.......Άρα δεν υπάρχει άλλος τρόπος θεραπείας του πράγματος ει μη μόνον η
απόσυρσίς σου από το προσκήνιον και την ενεργόν δράσιν και η εν μετανοίᾳ βίωσις
του υπολοίπου της ζωής σου. Αν μη τι άλλο, κατέστης ένοχος σκανδαλισμού των
συνειδήσεων! Άλλωστε και ημείς οι Επίσκοποι, εισερχόμενοι εις την Εκκλησίαν ὡς
λειτουργοί του Θυσιαστηρίου, πρώτην ιδιότητα ἀπεκτήσαμεν τήν μοναχικήν τοιαύτην, ταύτην δε και βιούμεν κατά δύναμιν και καθ’ ημέραν εν τη προσπαθεία τῆς ευαρεστήσεώς μας ενώπιον Κυρίου Παντοκράτορος.
Καθ’ ον λοιπόν χρόνον και καθ’ ο μέτρον προσπαθείς να αποδείξης την αθωότητά σου, περιπλέκεις τα πράγματα περισσότερον. Αι Γνωμοδοτήσεις των Νομικών κύκλων είναι ζήτημα χρήματος, ἐφ’ ώ και δέν έχουν ει μη μόνον περιωρισμένην ηθικήν δύναμιν ή ἀξίαν. Εφ’ όσον δυνάμεθα να καταβάλωμεν μεγάλα χρηματικά ποσά, δυνάμεθα να λάβωμεν οιανδήποτε Γνωμοδότησιν. Ας μή λησμονήται, ότι το ΝΟΜΙΜΟΝ τυγχάνει καρκινική γραφή.....!
Σεβασμιώτατον
Μητροπολίτην πρ. Αττικής κ.κ.Παντελεήμονα
Γρηγορίου
Λαμπράκη, 32
145 100 ΚΗΦΙΣΙΑΝ ΑΤΤ.
Σεβασμιώτατε
εν Χριστώ Αδελφέ,
Η από 27ης Μαρτίου ε.ε. ομαδική απαντητική επιστολή σου με αναγκάζει να επικοινωνήσω και πάλιν μετά της Υμετέρας Σεβασμιότητος και να σου εκθέσω μετά παρρησίας την ταπεινήν μου άποψιν.
1. Πράττω τούτο μετά πολλής αθυμίας, καθ’ όσον δεν είμαι εις θέσιν να σε συγ-χαρώ δια το περιεχόμενόν της η να συμφωνήσω μαζί σου. Πρέπει όμως να λέγωμεν την αλήθειαν η έστω ο,τι ως αληθές έχομεν εις την καρδίαν μας. Ιδού λοιπόν η ταπεινή προς Σε απάντησίς μου.
2. Δεν ζητούμεν, αδελφέ, την κεφαλήν σου επί πίνακι! Ζητούμεν την αποκατά- στασιν της ειρήνης εις τας καρδίας των πιστών χριστιανών, οι οποίοι εσκανδα-λίσθησαν εκ της υμετέρας συμπεριφοράς! Εάν είχες εφαρμόσει όσα εξ αγάπης έγραψα προς την Σεβασμιότητά σου δια της από 7ης Μαΐου 2006 επιστολής μου, τα πράγματα δεν θα είχον λάβει την οίαν έλαβον ήδη δυσάρεστον τροπήν. Το Σώμα της Εκκλησίας έχει πληγωθή εξ όσων έχουν ήδη γίνει γνωστά. Και εάν εισέτι ήθελεν αποδειχθή η αθωότης σου, και τότε θα έδει να παραμείνης εις το περιθώριον χάριν της Εκκλησίας, καθ’ όσον πολλοί δεν θα είχον την δύναμιν να πιστεύσουν εις την αθωότητά σου!
3. Αμφισβητείς, αδελφέ μου, την εγκυρότητα του Νόμου 5383/1932 «περί Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων». Ας αποδεχθώ την άποψίν σου δια την πρόοδον του συλλογισμού μου. Αλλά τώρα μόλις διεπίστωσες την ακυρότητα του Νόμου; Πεντήκοντα τόσα χρόνια εις την ιερωσύνην, εξ ων τριάκοντα δύο εις την αρχιε-ρωσύνην, πότε έθεσες θέμα ακυρότητος η αντισυνταγματικότητος διατάξεων του Νόμου τούτου; Πότε κατά το διαρρεύσαν χρονικόν τούτο διάστημα διεμαρτυρήθης περί αυτού; Αλήθεια, ποτέ δεν έτυχε να εφαρμόσης τον νόμον αυτόν ως Δικαστής εκκλησιαστικού τινος Δικαστηρίου; Ηρνήθης πώποτε την εφαρμογήν του Νόμου; Τώρα πια είναι αργά δια να επικαλήσαι ένα τέτοιο επιχείρημα. Οι Νομικοί σου Σύμ-βουλοι σε εκθέτουν!
4. Εις τα περί συνθέσεως του Συνοδικού Δικαστηρίου, του προσδιορισμού της ημερομηνίας εκδικάσεως και της ληφθείσης Αποφάσεως δεν επιθυμώ να τοποθετηθώ, διότι δεν με εγγίζουν! Δεν υπήρξα μέλος του Δικαστηρίου. Σημειώνω όμως ότι στρέφεσαι εναντίον ενός Δικαστηρίου, το οποίον σε ηθώωσε! Σε ηθώωσε δε, χωρίς προηγουμένως οι Σεβασμιώτατοι εκκλησιαστικοί Δικασταί να αναγνώσουν τον φάκελλον!
5. Τέλος, όσα περιλαμβάνονται εις την 3ην σελίδα της επιστολής σου, μόνον ως λυρισμοί δύνανται να εκληφθούν. Αδελφέ, και εάν όλα όσα ηκούσθησαν ως κατηγορητήριον εναντίον σου είναι ψευδή, κακόβουλα και συκοφαντικά δεν είναι δυνατόν να αναλάβης και πάλιν ποιμαντικά και διδακτικά καθήκοντα εις την Εκκλησίαν! Η Ελλάδα όλη σε ήκουσεν να λέγης και να παραδέχεσαι, ότι συν-εσώρευσες πλούτη δύο περίπου δισεκατομμυρίων δραχμών «για τα γηρατειά σου»! Η ομολογία σου αυτή απετέλεσε τον βρόγχον πέριξ του τραχήλου σου! Πέραν δε τούτου η ελληνική Κοινωνία ήκουσε μαγνητοφωνημένες τηλεφωνικές συνομιλίες, προϊόν υποκλοπής βεβαίως, αλλ’ εν τούτοις υπαρκτές, καταγεγραμμένες,συνομιλίες, οίτινες συνιστούν μεγαλύτερον σκάνδαλον ουχί βεβαίως οικονομικόν! Αληθώς ντρέπομαι και ερυθριώ, όταν ακούω το περιεχόμενον των μαγνητοταινιών τούτων.
6. Υπάρχει και κάτι ακόμη. Είπες κάποτε οτι «εαν οδηγηθώ εις τον τάφον, θα πάρω πολλούς μαζί μου!» Αυτή η ρήσις μας υποχρεώνει να τηρούμεν αποστάσεις ασφαλείας. Άλλως μία προσέγγισις ημών θα ήτο δυνατόν να εκληφθή ως προσπάθεια εκτονώσεως της οργής σου προς αυτοπροστασίαν μας! Τι κρίμα, μόνος σου, Αδελφέ μου, κρεμάσθηκες!
Αγαπητέ μου Αδελφέ,
Μία και μόνη λέξις θα είχεν αξίαν κατά την παρούσαν ώραν, εκφερομένη δια και από των χειλέων σου: «ήμαρτον!». Ελθέ εις εαυτόν, σύνελθε και ειπέ ημίν: «Ήμαρτον, αδελφοί μου, εις τον ούρανόν και ενώπιόν σας! Συγχωρήστε με! Προσευ- χηθήτε διά την σωτηρίαν της ψυχής μου! Εσκανδάλισα την Εκκλησίαν! Ζητώ το έλεος του Κυρίου μας!» Τότε η αγκάλη μας θα ανοίξη διάπλατα και θα σε δεχθώμεν μετά περισσής στοργής!
Ταύτα μετά πολλής αγάπης και περισσής ειλικρινείας.
Επί δε τούτοις εύχομαί Σοι καλήν μετάνοιαν και Καλό Πάσχα.
Υπογραφή
_____Τώρα πιά θέλουμε να ευχηθούμε στον Αδελφό μας καλό κουράγιο στη δοκιμασία του.
+ Ο ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ ΚΑΙ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ
Πέμπτη, 14 Μαΐου 2009
*************************
Συνήλθε σήμερα Πέμπτη, 14 Μαΐου 2009, σε Συνεδρία το Πρωτοβάθμιο δι’ Αρχιερείς Συνοδικό Δικαστήριο, συγκροτούμενο εκ των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών : Νικοπόλεως και Πρεβέζης κ. Μελετίου, ως Προέδρου, Ιερισσού, Αγίου Όρους και Αρδαμερίου κ. Νικοδήμου, Μαντινείας και Κυνουρίας κ. Αλεξάνδρου, Μηθύμνης κ. Χρυσοστόμου, Αργολίδος κ. Ιακώβου, Κίτρους και Κατερίνης κ. Αγαθονίκου, Φωκίδος κ. Αθηναγόρου, Μυτιλήνης, Ερεσσού και Πλωμαρίου κ. Ιακώβου, Άρτης κ. Ιγνατίου, Γουμενίσσης, Αξιουπόλεως και Πολυκάστρου κ. Δημητρίου, εις αντικατάσταση του κωλυομένου να παραστεί Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Διδυμοτείχου και Ορεστιάδος κ. Νικηφόρου, Λαρίσης και Τυρνάβου κ. Ιγνατίου και Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας κ. Κωνσταντίνου, κατόπιν του υπ’ αριθμ. 1857/6.5.2009 εγγράφου του Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, δια του οποίου διαβίβασε στην Ιερά Σύνοδο την υπ’ αριθμ. 778/2009 αμετάκλητη απόφαση του Στ? Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου, επί της υποθέσεως του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου πρώην Αττικής κ. Παντελεήμονος, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 160 του Νόμου 5383/1932 «Περί Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων και της προ Αυτών διαδικασίας».
Το Πρωτοβάθμιο δι’ Αρχιερείς Συνοδικό Δικαστήριο, εφαρμόζοντας το ως άνω άρθρο του Νόμου 5383/1932 «Περί Εκκλησιαστικών Δικαστηρίων και της προ Αυτών διαδικασίας», υπέβαλε αυτόν εις Καθαίρεσιν και επαναφορά στην τάξιν των Μοναχών.