Δευτέρα 25 Ιουλίου 2016

ΟΙ ΜΠΑΛΩΜΑΤHΔΕΣ!

ΕΙΣ ΜΝΗΜΗΝ ΤΟΥ ΑΕΙΜΝΗΣΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΜΟΥ


ΟΙ ΤΣΑΓΚΑΡΗΔΕΣ, 

OI ΜΠΑΛΩΜΑΤΗΔΕΣ κλπ.

ΕΠΑΓΓΕΛΜΑΤΑ ΜΙΑΣ ΑΛΛΗΣ ΕΠΟΧΗΣ! 

______Με βαθειά συγκίνηση ανέγνωσα ένα φιλοσοφημένο κείμενο του πολυσεβάστου μοι Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου και Γέροντος Χαλκηδόνος κ. Αθανασίου με τίτλον «ΟΙ ΜΠΑΛΩΜΑΤΑΔΕΣ», το οποίο και αναδημοσιεύουμε παρακάτω. 
________Με βαθειά συγκίνηση, επαναλαμβάνω, διότι ο χαράσσων τισ γραμμές αυτές και υποσημειούμενος υπήρξε πρωτότοκος γυιός δύο βιοπαλαιστών της καθημερινής ζωής της περιόδου της περιόδου 1940-1960, οι οποίοι με εντιμότητα καί πολύ κόπο εκέρδιζαν τον επιούσιο.
_______Από τη μια μεριά ήταν ο σεβαστός και αείμνηστος Πατέρας μου Γεώργιος Λενής, με καταγωγή από την Σεγδίτσα της Ρούμελης (το σημερινό Προσήλιο). Το επάγγελμά του ήταν «υποδηματοποιός» ή αλλοιώς τσαγκάρης, μπαλωματής! Ασκούσε δηλ. ένα κοινωνικά ταπεινό επάγγελμα, το οποίον όμως είχε πολλή πέραση κατά την εποχή εκείνη! Τα παπούτσια μας τότε ήσαν χειροποίητα και λιγοστά! Έπρεπε να τα μπαλώνουμε, να τους βάζουμε σόλες, φόλες κλπ.. Το σλόγκαν της εποχής ήταν: «ψίδια, σόλες και ....πέταμα στη θάλασσα!»
_______Το κατάστημα του Πατέρα μου, το τσαγκαράδικο, συμπληρωνόταν και με το Στιλβωτήριο, δηλ. το άλλο τμήμα για το βάψιμο και το γυάλισμα των υποδημάτων. Το επάγγελμά του ήταν μια χειρονακτική, αλλά καί συγχρόνως μια καλλιτεχνική, εργασία! Εργαζόταν χωρίς ωράριο, από το πρωΐ μέχρι το βράδυ, στο κατάστημά του επί της οδού Αυτοκράτορος Αυγούστου, 87 στην Πάτρα (σήμερα η οδός ονομάζεται Αγίας Τριάδος), λίγο παρακάτω από την Τριάντειο Σχολή. Η δουλειά του ήταν η επισκευή, δηλ. τό μπάλωμα των υποδημάτων, αλλά και η κατασκευή νέων, ανδρικών και γυναικείων. 
__________Κατά την διάρκεια του καλοκαιριού, όπως και στις σχολικές διακοπές Χριστουγέννων καί Πάσχα, κοντά του δούλευα και εγώ τόσο στο τσαγκαράδικο, όσο και στο στιλβωτήριο. 'Ημουν δηλ. ένα τσαγκαρόπουλο και συγχρόνως ένας.....λούστρος! 
_______Η Μητέρα μου Νικολίτσα Λενή, το γένος Γκολφίνου Γιαννακοπούλου, με καταγωγήν από τήν Πλατανόβρυση των Πατρών, την γνωστή Μέντζενα, ήταν μοδίστρα. Μιά εξαιρετική μοδίστρα με πολύ καλό όνομα στην Πάτρα, και μάλιστα στην γειτονιά μας, την γειτονιά του ιερού Ναού Παντοκράτος, όπου το σπίτι μας. 
________Ο Σεβ. Χαληδόνος μέ το βαθυστόχαστο άρθρο του, αναφερόμενος αρχικά στα επαγγέλματα της εποχής εκείνης ανακάτεψε, ευεργετικά πάντοτε, τον ψυχικό μου κόσμο! Μου θύμισε τα μαθητικά και νεανικά μου χρόνια! Αλλά με τον τρόπο αυτό με έκανε να νοιώσω ακόμη πιό βαθειά ευγνωμοσύνη στον Φιλάνθρωπο Θεό, καθ' όσον τον γυιό ενός τσαγκάρη και μιάς μοδίστρας, τον ασήμαντο και χωρίς μεγάλη καταγωγή και μεγάλο όνομα, τον λούστρο της εποχής εκείνης, τον Αθανάσιο Λενή, τον εκάλεσε ως εργάτη του Ευαγγελίου, τον ωδήγησε στην ολοκληρωτική αφοσίωση πρός τον Νυμφίο Χριστό, ως Μοναχό, του εδώρισε το χάρισμα της της ιερωσύνης, τον ανέδειξεν εργάτη του Θυσιαστηρίου! 
________Εις μνήμην του Πατέρα μου, από τα χέρια του οποίου -για ψύλλου πήδημα-  έτρωγα το ξύλο της ζωής μου (βλέπετε αυτή ήταν η μέδοθος αγωγής της εποχής εκείνης!)  παραθέτω το παρακάτω αξιοθαύμαστο περιστατικό. 
_____'Ηταν παραμονές των Χριστουγέννων  του έτους 1956. Ήμουνα ήδη πρωτοετής φοιτητής της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου στην  Αθήνα, συγχρόνως δε και εργαζόμενος, ώστε να κερδίζω τα πρός το ζην! Από την εργασία μου, λοιπόν, με την ευκαιρία της εορτής των Χριστουγέννων, εζήτησα και έλαβα άδεια, για να κατέβω στην Πάτρα με σκοπό να βοηθήσω τον Πατέρα μου, καθ' όσον παραμονές των Χριστουγέννων το μαγαζί του θα είχε πολλή δουλειά, ιδιαιτέρως δε το στιλβωτήριο.
________Έτσι, λοιπόν, στις 22 Δεκεμβρίου1956 κατά τις ένδεκα η ώρα το πρωΐ, εντελώς απροειδοποίητα, εμφανίζομαι στον Πατέρα μου, στο μαγαζί του. Ακολούθησε ο εξής διάλογος:     



     - «Καλώς τον», μού είπε. «Πως είσαι;»
        - «Καλά, Πατέρα μου, απάντησα».
  -    «Πως απ' εδώ; τί θέλεις;» με ερώτησε. 
 - «Πατέρα, ήλθα να σας βοηθήσω. Αυτές τις ημέρες    το μαγαζί έχει πολλή δουλειά. 'Ηλθα, λοιπόν, για να σας δώσω ένα χεράκι, να σας βοηθήσω», συμπλήρωσα.        
-      «Κακώς, κάκιστα έκαμες! Δεν έχεις καμμιά δουλειά εδώ! Τώρα πλέον είσαι Ακαδημαϊκός  Πολίτης (σημ. έτσι ωνόμαζαν τότε τους φοιτητές). Να φύγης αμέσως! Δεν έχεις δουλειά εδώ», μου είπε επιτακτικά.

- «Πατέρα, δεν μπορώ να φύγω! Ήλθα από την Αθήνα μόνο και μόνο για να σας βοηθήσω», απάντησα.
-  «Άκου, πολλές κουβέντες δεν θέλω! Να φύγης αμέσως. Πήγαινε να συναντήσης τους φίλους σου. Να κάμης ό,τι θέλεις. Τώρα πια είσαι Ακαδημαϊκός Πολίτης. Τα υπόλοιπα θα τα πούμε το βράδυ στο σπίτι». 
 __________Και έφυγα!  Δεν με άφησε να τον βοηθήσω! Ας είναι Αιωνία η μνήμη του!

________Τώρα, που εγγίζει πρός τό τέλος της η διακονία μου στην ιστορική αυτή Μητρόπολη, εξεμεταλλεύθηκα την ευκαιρία, ώστε να σας εξομολογηθώ μερικά από τη ζωή μου. Για να καταλάβετε, αγαπητοί μου χριστιανοί, Αδέλφια μου και Παιδιά μου εν Χριστώ, γιατί είαι τόσο συμπαθής μαζί σας. Γιατί δεν αποστρέφομαι ούτε τον επώνυμο, αλλ΄ ούτε και τον ανώνυμο επισκέπτη μου. Πρό  ολίγων ημερών έκλεισα τα εβδομήντα και οκτώ (78) έτη της ζωής μου!  Από την ηλικία των σαράντα (40) ετών ήλθα κοντά σας ως Επίσκοπος των ψυχών σας και Μητροπολίτης σας. Δεν ήμουνα ποτέ «σπουδαίοςς», «κάποιόν τι» κατά τους αγίους Πατέρας καί δεν είμαι και τώρα «σπουδαίος»! Παραμένω ένας ασημος, ένας μηδαμηνός εργάτης της Εκκλησίας! Συνηθίζω να αποκαλώ τον εαυτό μου «σκουπίδι»! «Είμαι ένα σκουπίδι, αλλά μέσα στο σπίτι του Θεού» Διότι εδ΄'ω, στην Εκκλησία και τα σκουπίδα έχουν κάποια αξία! Τα ρίχνουμε στο «χωνευτήρι»! 
________Παρακάτω, λοιπόν, μια και το έφερε η ώρα, σας παραδίδω μερικές φωτογραφίες από την ζωή μου μέχρι τα δεκα οκτώ (18) έτη, τότε δηλ. που ετελείωσα το οκτατάξιο 3ο Γυμνάσιο των Πατρών. Σας παρουσιάζω:
  1. Την πατρική μου οικία.
  2. Την φωτογραφία του τσαγκάρη πατέρα μου.
  3. Μια ιστορική φωτογραφία του από τον Μικρασιατικό Πόλεμο, όπου υπηρέτησε  ως στρατιώτης. 
  4. Μια φωτογραφία της Μητέρας μου
  5. Μια φωτογραφία ενός λούστρου από εκείνους που, μέ ένα κασελάκι, ήσαν στημένοι σε γωνίες των μεγάλων πόλεων.
  6. Μια φωτογραφία από το λούστρο σε ένα στιλβωτήριο, όπως εγώ.
  7. Και μια φωτογραφία από την γυμνασιακή μου ζωή και επίδοση.
Ο πατέρας μου στρατιώτης στο πόλεμο της Μικράς Ασίας.
Εδώ με καλλιτεχνικά γράμματα γράφει:
Σκληρά Ανάμνησις- Αύγουστος 23, 1920.
Ύστερα από τη μάχη πήρα να γράψω στους δικούς μου τας ανδραγαθίας μας, υπαγορεύοντος του Λεβεντόπαιδου....Ρούμπυ Χαραλάμπιυς, κλάσεως 1913.
Τοποθεσία: Καταυλισμός Περίφημο Μαύρο δένδρο, φηισμένο γαι τα κρύα νερά του.
Γ. Α. Λενής
Λοχίας

 
                     
                      Ο πατέρας μου Γεώργιος Λενής
Η μητέρα μου Νικολίτσα Λενή

Ο λουστράκος της γωνίας!
ΜΕΜΝΗΣΟ......ο Θεός
 «πρότερον μεν εκ των ποιμνίων των προβάτων ήγειραν Άρχοντα τω Λαώ Αυτού.
Και τον Αμώς εκ του αιπολίου ενδυναμώσας διά του Πνεύματος
ύψωσεν εις Προφήτην» νυνί δε.....»,
(Μ. Βασίλειος, Επιστολή 197)

Και ο λούστρος στο στιλβωτήριο.

Από τις επιδόσεις μου στο Γυμνάσιο. Ο Έπαινος κατά την αποφοίτηση.


   
Ας είναι αιωνία η μνήμη των δούλων του Θεού
ΓΕΩΡΓΙΟΥ και ΝΙΚΟΛΙΤΣΑΣ ΛΕΝΗ,
τα σκηνώματα των οποίων αναπαύονται εδώ στο Αίγιο. 

Αίγιον,   22 Ιουλίου 1938 - 22 Ιουλίου 2016

+ ο ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ ΚΑΙ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ  
****************

 ΚΑΙ ΤΩΡΑ 

ΤΟ ΠΕΡΙΣΠΟΥΔΑΣΤΟΝ ΑΡΘΡΟΝ


ΟΙ ΜΠΑΛΩΜΑΤΑΔΕΣ

υπό του Σεβ. Μητροπολίτου
Γέροντος Χαλκηδόνος κ.κ. Αθανασίου


"Παπούτσι απ' τον τόπο σου κι' ας είναι μπαλωμένο"


Θυμάμαι τη μάνα μου που ρούντιζε τις κάλτσες και την θειάκο Μπιμπή (η Μπίμπο) (Ζωή) στο Rıza Paşa, τη ράφτρα που έκοβε, έραβε, κόντενε, μάκρενε, στένευε, φάρδενε, πρόσθετε, αφαιρούσε κ.α. τα ρούχα μας, την Διονυσία την ονομαστή Ταταυλιανή που μας έραβε και διόρθωνε τα ι. άμφια και μια μέρα τηλεφώνησε το θείο σεκερτζή Τοτό, ρωτώντας: Είναι εκεί Κατίκιοϊ και εκείνος σκωπτικά απάντησε: όχι Ουσκιούταρ. Τώρα τι γίνεται με τα μοντέρνα τεχνητά σχισίματα και τις τρύπες που έχουν οι νεολαίοι και όχι μόνον, τούτο είναι άλλη υπόθεση! Αυτοί πηγαίνουν ασφαλώς όχι στους μπαλωματάδες, αλλά στους "ξε- μπαλωματάδες"! Κύριε ελέησον.
Πάνε όλοι αυτοί και δεν έχουμε τώρα μια κυρά να μας ράψει ένα κουμπί, διότι τα πάντα είναι κονφεξιόν. Χαθήκανε και είναι δυσεύρετοι, όπως και τόσα άλλα μετερίζια, που δούλευαν και "χάϊδευαν" τα καλλιτεχνικά έργα της δουλειάς τους, με χέρια ικανά και αγιασμένα, όπως οι τσαγκάρηδες, οι φοντιατζήδες, οι παπλωματάδες, οι καλαϊτζήδες, οι τενεκετζήδες, οι σιδεράδες της φωτιάς, οι ξυλογλύπτες, οι χρυσικοί, οι κακματζήδες κ.α. και ξεφύτρωσαν καινούρια, απίθανα τεχνολογικώς εξελιγμένα, της νανοτεχνολογίας κλπ. Υπήρχαν και πλανόδιοι τσαγκάρηδες της Αθήνας που γυρνούσαν στα σοκάκια και φώναζαν: "Μπαλωματήδες". Γιατί έτσι ενετάλησαν οι υποχθόνιες δυνάμεις της πλανητικής παγκοσμιοποίησης: Παράγετε κακής ποιότητος προϊόντα έστω ανθυγιεινά και καρκινογόνα, όμως φθηνά. Για να τα πετούν σε λίγο οι ανεγκέφαλες νεράϊδες και νεράϊδοι και να αγοράζουν καινούρια, για να δουλεύουν τα εργοστάσια και να βγάζουμε μερικά "γρόσια"!
Άλλαξαν όμως οι καιροί. Ήλθε η οικονομική κρίση, ήλθαν τα Grexit και τα Brexit κ.ο.κ. Και τώρα γυρνάμε πίσω. Φιορίζουν τώρα σε τρύπες τα φτωχά μπαλωματάδικα. Και συχνά έρχονται κυρίες εκεί "τα ρόδα της κοινωνίας της υψηλής" με υπερφίαλες αξιώσεις και θέλουν να πληρώσουν δύο ευρώ, οπότε "αναχωρούν δι' άλλης οδού εις την χώραν αὐτῶν" (Ματθ. 2, 12). Άλλαξαν οι τόποι, τα ήθη και τα έθιμα, οι καιροί, τα προτερήματα, οι προτεραιότητες και τα "κουσούρια" κάποιων, ηυξήθη η μαμουθ- και αισθητική κοκαλιαρομορφία και άλλα πολλά.
Όμως η μπαλωματολογία δεν περιορίσθηκε μόνο στα ρούχα και τα αξεσουάρ, αλλά και στα μυαλά και στα λόγια (τα μπάλωσε), δημιουργήσασα την πνευματικήν τοιαύτην, όπερ και το χειρότερον. Έτσι οι πάντες μπαλώνουν, κράτη, θεσμοί, οργανώσεις, επιχειρήσεις, ιδρύματα, πρόσωπα κ.α. Έχουν δε ως εργαλεία ουχί την μάχαιραν του πνεύματος αλλά τις μεθοδευμένες κατασκευές, την απόκρυψιν η την τμηματικήν αποκάλυψιν της αληθείας, την παραποίησιν, την υποκρισίαν, το μίσος, την ζήλειαν, το πείσμα, τον ηγεμονισμόν, την συκοφαντίαν, την τυρείαν και φατρίαν (Φιλαδελφείας), την επίδειξιν (show) απότοκον της κενότητος, την κακίαν και προπαντός την έλλειψιν της αγάπης και του ανθρωπισμού. Αλλοίμονο δε εάν έχουν "μπαλώματα" η "κάλους" και εις τον εγκέφαλον. Τότε προμηνύεται καταστροφή.
Μπαλώνουν, όμως γιατί; Διότι εκ του πνευματικού καμάτου και της συγχύσεως δεν μπορούν να δημιουργήσουν κάτι νέο, σοβαρό, χριστιανικό, ανθρώπινο, και γι' αυτό αρκούνται στην παρελθοντολογίαν, τον μηρυκασμόν, την αρχαιολογίαν, τον πνευματικόν και ηθικόν χειμώνα κ.ο.κ., άρα πλημμελώς. Βλέπουμε λοιπόν, ότι εάν η μπαλωματολογία αποδεικνύεται, τουλάχιστον δι' εν διάστημα ευεργετική,  εφαρμοζομένη όμως εις το πνεύμα αποβαίνει ολεθρία και αποκαρδιωτική. Άλλωστε υπάρχουν πράγματα που μπαλώνονται και άλλα όχι! Τότε όμως τι γίνεται; Τότε ρίπτονται "εις το πυρ το αιώνιον το ητοιμασμένον τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού" (Ματθ. 25, 41).
Τούτων ούτως εχόντων, τίθεται το ερώτημα: Πετυχαίνουν οι τεκταινόμενοι ταύτα; Και oui et non, όπως έλεγε ο διαπρεπής Willebrands. Oui, εξαπατούν τους αδαείς, τους αγνούς, τους οποίους βεβαίως προηγουμένως καταλλήλως "ζυμώνουν", "πιπιλίζουν" και τροφοδοτούν. Non όμως τους συνετούς, ευσυνειδήτους και προσκαρτερούντας πραγματικώς τη προσευχή και τη δεήσει. Διότι μόνον αύτη αποτελεί τον "γάντζον" της σωτηρίας, όπως έλεγε ο μέγας Αθηναγόρας.
Εργάζεσθε λοιπόν (και μπαλώνετε όσοι είσθε αναγκασμένοι σ' αυτό, επιμελώς και τουλάχιστον ορθώς και ουχί αιωνίως, διότι δύσκολα θα γίνετε πρωτοπόροι και ρηξικέλευθοι δημιουργοί, η λόγω συμφερόντων δεν θα σας αφήσουν. Κυττάξτε να υπάρχει αρμονία με την ύλη, τα χρώματα και τον διάκοσμο) και μη αμαρτάνετε (Γερομελίτων) και "ο Θεός της ειρήνης έσται αεί μεθ' ημών".
           

           Ἀμὴν