ΞΕΝΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ
ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ ΔΙΑ ΚΑΘΕ ΚΑΛΟΠΙΣΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟΝ:
Το πλήρωμα της Εκκλησίας, Κλήρος και Λαός,επικυρώνει τις Αποφάσεις των Συνόδων! Ιδού η Απόδειξη:
Η Εγκύκλιος των τεσσάρων Πατριαρχών της Ανατολής του έτους 1848 καταλήγει με την διακήρυξη:
«Παρ' Ημίν ούτε Πατριάρχαι, ούτε Σύνοδοι εδυνήθησάν ποτέ εισαγαγείν νέα, διότι ο υπερασπιστής της θρησκείας εστίν αυτό το Σώμα της Εκκλησίας, ήτοι αυτός ο λαός, όστις εθέλει το θρήσκευμα αυτού αιωνίως αμετάβλητον και ομοιειδές τω των Πατέρων αυτού» (βλ. Ι.Καρμίρη, Τα Δογματικά και Συμβολικά Μνημεία της Ορθοδόξου Καθολικής Εκκλησίας, τόμος Β΄, Αθήνα 1953, σελ. 920)
_______Η δημοσίευση της ΑΝΟΙΚΤΗΣ ΕΠΙΣΤΟΛΗΣ μας πρός τόν Παναγιώτατο Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο (βλ. mkka.blogspot.com της 01.05.2017) έτυχε μιάς ευρείας αποδοχής και μεγάλης δημοσιότητος.
_____Από τη θέση αυτή ευχαριστούμε θερμότατα όλους, όσοι είχαν την καλωσύνη να αναδημοσιεύσουν από τόν ιδικόν τους ιστότοπο την επιστολή μας.
_____Ευχαριστούμε επίσης όσους, είτε διά της απ' ευθείας επικοινωνία μαζί μας, είτε δια των σχολίων τους σε άλλα Blogs, είχαν την καλωσύνη νά μας συγχαρούν για τις θέσεις μας.
______Όλως ιδιαιτέρως όμως ευχαριστούμε εκείνους, οι οποίοι έγραψαν εναντίον μας είτε αντιρρητικά, είτε επικριτικά, είτε ακόμη και υβριστικά σχόλια! Τά σχόλια αυτά υπάρχουν διάσπαρτα σέ διάφορα blogs. Δικαίωμα του αναγνώστου είναι νά έχει άποψη και να την εκφράζει με κάθε τρόπο, αρκεί ο τρόπος του να είναι ευπρεπής!
______Τέλος, από τη θέση αυτή εκφράζουμε τις ολόψυχες ευχαριστίες μας και προς τον αγαπητό εν Χριστώ Αδελφό μας, τον Σεβ. Μητροπολίτη Ζιμπάμπουε κ. Σεραφείμ, ο οποίος με ένα «ζωηρό» αναιρετικό άρθρο, που δημοσιεύθηκε από το διαδίκτυο, επιτίθεται εναντίον μας κατά τρόπο όχι και τόσο .....χριστιανικό! Από τη θέση αυτή Τον ικετεύουμε να μάθει να αναγιγνώσκει τα κείμενα και έπειτα να πιάνει στα χέρια την πέννα για να γράψει ένα κείμενο και μάλιστα επιθετικό-άκρως δε υβριστικό- σε αδελφό και συλλειτουργό Του. Έτσι, λοιπόν, στον ιστότοπο «pentapostagma» της 3ης Μαΐου διαβάζουμε τά εξής εισαγωγικά: «Σφοδρότατη επίθεση στον μητροπολίτη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας Αμβρόσιο .....εξαπολύει ο Μητροπολίτης Ζιμπάμπουε Σεραφείμ. Οι χαρακτηρισμοί είναι βαρύτατοι, αφού μεταξύ άλλων χαρακτηρίζει τον γηραιό Μητροπολίτη ως ''φωνή της δικτατορίας '' ....» !!!!!
_______Ο Σεβασμιώτατος Αδελφός μας αρχίζει το κείμενό του με τον εξής «γλαφυρό»(;;;;) τρόπο: «Ο μεγαλύτερος υπερόπτης και η φωνή της δικτατορίας.....κατηγορεί τον πιό ταπεινό άνθρωπο του κόσμου, τον Οικουμενικό μας Πατριάρχη ...». Καί παρακάτω στο κείμενό του ο Σεβ. κ. Σεραφείμ γράφει και τα εξής: «Κατά συνέπεια να βρίζει δημόσια ο άγιος Καλαβρύτων τον Οικουμενικό μας, ότι είναι υπεύθυνος.....».
________Σεβασμιώτατε εν Χριστώ Αδελφέ Σας παρακαλώ: μάθετε να διαβάζετε τά κείμενα! Στο κείμενο «ΑΝΟΙΚΤΗ ΕΠΙΣΤΟΛΗ» δεν υπάρχει ούτε μία υβριστική λέξη για το πρόσωπο του σεπτού μας Πατριάρχου! Παρακαλώ, παύσατε να είσθε υπερόπτης και υβριστής των άλλων!
_______Ως απάντηση, λοιπόν, στο υβριστικό προς ημάς κείμενό Σας αναδημοσεύουμε κατωτέρω ένα σχετικό με την μή «Μεγάλη και την μή «Αγία» Σύνοδο της Κρήτης κείμενο Αγιορειτών Πατέρων με τίτλο: «Βόμβα στα
θεμέλια» του
Αγίου Όρους:
Αγιορείτες πατέρες
διακόπτουν
επίσημα το
μνημόσυνο του
Πατριάρχη Βαρθολομαίου. Η Επιστολή
τους προς την
Ιερά Κοινότητα».
______Τέλος, επειδή, ως φαίνεται και Υμείς ανήκετε στους «Αγαπούληδες» του Θεού, Σας παρακαλώ να σπεύσετε και να διαγράψετε από τον Προοιμιακό Ψαλμό, τον οποίο αναγιγνώσκετε σε κάθε Εσπερινό και μάλιστα σε κάθε Προηγιασμένη θεία λειτουργία, δηλ. ολίγον πρίν ή μεταλάβετε του αχράντου Σώματος και του τιμίου Αίματος του Χριστού μας, να διαγράψετε, επαναλαμβάνω, την πρόταση, που όλοι μας εκφωνούμε, «Εκλείποιεν αμαρτωλοί από της γης και άνομοι, ώστε μη υπάρχειν αυτούς»!!! (Ψαλμ. ΡΓ' 103) Δηλ. Ας εξαφανισθούν από προσώπου της γής όλοι οι αμαρτωλοί, οι άνομοι και παράνομοι, ώστε να παύσουν να υπάρχουν επάνω στη γη!!! Εάν δεν το πράξετε τώρα αμέσως, δηλ. εάν δεν σπεύσετε να διαγράψετε την πρόταση αυτή από τον Προοιμιακό Ψαλμό, τότε σκεφθείτε στοχαστικά: μήπως είσθε μία διχασμένη προσωπικότης; Μήπως άλλα λέτε στην προσευχή Σας και άλλα γράφετε στα κείμενά Σας; Ή μήπως δεν κατανοείτε τι διαβάζετε; Αυτά μέ ειλικρίνεια και έντιμη χριστιανική αγάπη προς Υμάς.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ, αδελφοί!
Αίγιον, 08 Μαΐου 2017
+ Ο ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ ΚΑΙ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ
***************
Δημοσίευση
29
Νοεμβρίου 2016, 12:15 μμ
Ήταν κάτι
που το
περιμέναμε
αρκετό καιρό. Πολλοί
πατέρες στο
Άγιο Όρος
θεωρούν ότι
έχουμε φτάσει
σε οριακό σημείο
ιδιαίτερα μετά
τη Σύνοδος της
Κρήτης, η οποία
σύμφωνα με
τους ίδιους
αλλά και με
πολλούς διακεκριμένους
καθηγητές
Θεολόγους
είναι μια άκυρη,
αιρετική και
ψευτοσύνοδος
για πολλούς
και διαφόρους
λόγους που
έχουμε
αναλύσει
πάμπολλες φορές
μέσα από τη σελίδα
μας.
Η Ιερά
Κοινότητα δεν
έχει πάρει
ακόμα θέση
σχετικά με τις
αποφάσεις της
Συνόδου της
Κρήτης. Μετά από
αυτή την
εξέλιξη όμως
είναι αναγκαίο
να λάβει τεκμηριωμένη
θέση, σε
αντίθετη
περίπτωση θα
δικαιωθούν
όσοι θεωρούν
σκόπιμη τη
σιωπή όλων των
διοικητικών
παραγόντων του
Αγίου Όρους.
Ελπίζουμε
και ευχόμαστε
το Άγιο Όρος να
σταθεί εκεί
που του ορίζει
η ιστορία του
ως
«Πνευματικός
Φάρος του
Έθνους».
Παρακάτω
δημοσιεύουμε
την επιστολή
των Αγιορειτών
Πατέρων με
τίτλο:
«ΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ
ΠΙΣΤΕΩΣ». Η
απόφαση της
διακοπής του
μνημοσύνου του
Πατριάρχη Βαρθολομαίου
τεκμηριώνεται
θεολογικά από
τους πατέρες.
Είναι
υποχρεωτικό
όλοι οι πιστοί
να τη διαβάσουν
να τη
μελετήσουν και
να τη
διαδώσουν προς
ενημέρωση όλων
των μελών της
Εκκλησίας.
ΟΜΟΛΟΓΙΑ
ΟΡΘΟΔΟΞΟΥ ΠΙΣΤΕΩΣ
Εν
Αγίω Όρει τη 8η Νοεμβρίου
2016
Σύναξις των Παμμεγίστων Ταξιαρχών Μιχαήλ και Γαβριήλκαι πασών των ασωμάτων και επουρανίων Δυνάμεων.
Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος,
της Αγίας και ομοουσίου και ζωοποιού Τριάδος.
Προς
την Ιερά Κοινότητα
του Αγίου Όρους και
τους Σεβαστούς αγίους Καθηγουμένους των Ιερών Μονών.
“Πας
ουν όστις ομολογήσει εν εμοί έμπροσθεν των ανθρώπων, ομολογήσω καγώ εν αυτώ έπροσθεν του Πατρός μου του εν ουρανοίς· όστις δ ἄν αρνήσηταί με έμπροσθεν των ανθρώπων, αρνήσομαι αυτόν καγώ έμπροσθεν του Πατρός μου του εν ουρανοίς”.(Μτ. Ι, 32)
“Eυχαριστούντες τω Θεώ και Πατρί τω ικανώσαντι ημάς εις την μερίδα του κλήρου των αγίων εν τω φωτί”, όπου κατεξοχήν είναι και λέγεται ο μοναχισμός, το ακρότατον της ευαγγελικής πολιτείας, η κλήση της οποίας απαιτεί κατά το αποστολικόν λόγιον: “περιπατήσαι υμάς αξίως του Κυρίου εις πάσαν αρέσκειαν εν παντί έργω αγαθώ καρποφορούντες και αυξανόμενοι εις την επίγνωσιν του Θεού”, “ ος έλαμψεν εν ταις καρδίαις ημών προς φωτισμόν της γνώσεως της δόξης του Θεού εν προσώπω Ιησού Χριστού”, αυτής της γνώσεως δια της φωτουργού διδασκαλίας των αγίων και θεοφόρων Πατέρων της Εκκλησίας, ήλθαμε εις επίγνωσιν των κρισίμων δογματικών ζητημάτων πίστεως, τα οποία σχετίζονται με την παναίρεσιν του διαχριστιανικού και διαθρησκειακού Οικουμενισμού, και τα οποία διενεργούνται κατά της αγίας και αμωμήτου ορθοδόξου πίστεως. Επί 114 συναπτά έτη, αρχής γενομένης το 1902, ο εκάστοτε Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως πρωτοστατεί, έργω και λόγω, στην επιβολή της παναιρετικής καινοφανούς διδασκαλίας του Οικουμενισμού. Δυστυχώς, παρατηρείται εντός των περισσοτέρων μονών καθώς και κελλιωτικών συνοδειών η καλλιέργεια ενός κλίματος αμεριμνίας και αδιαφορίας, η οποία εγγίζει τα όρια της ηθελημένης άγνοιας, με αποτέλεσμα οι εκεί μονάζοντες πατέρες να αγνοούν έως και τα βασικότερα περί της παναιρέσεως του Οικουμενισμού. Τούτων ούτως εχόντων, κατόπιν πολλής και εμπόνου προσευχής, η φωνή της συνείδησεως μας υπέδειξε να ξεκινήσουμε αγώνα ομολογιακό, θεμελιωμένο στην αντιαιρετική στάση των οσίων Πατέρων του παρελθόντος, εξαιρέτως των Αγιορειτών.
Γιατί
οι αποφάσεις της
λεγομένης Αγίας και Μεγάλης
Συνόδου (ΑκΜΣ), είναι αιρετικές.
Η μελέτη
των αποφάσεων της
λεγομένης Αγίας και Μεγάλης
Συνόδου (ΑκΜΣ), υπό το φως της αγιοπατερικής
διδασκαλίας και όχι κατά την εκάστου προσωπική γνώμη, μας ωδήγησε στο συμπέρασμα ότι η εν λόγω Συνοδος αντί να ορθοτομήσει τον λόγο της αληθείας και να καταδικάσει ως ΑΙΡΕΣΗ τον Οικουμενισμό, αντιθέτως τον επέβαλε προσδίδοντάς του πανορθόδοξον κύρος, αποδεχομένη
την εκκλησιαστικότητα
των πάλαι ποτέ
καταδεδικασμένων αιρέσεων του παπισμού και του προτεσταντισμού. Η λήψη της συγκεκριμένης αποφάσεως και μόνον την καθιστά μία αντορθοδόξου
πίστεως και ομολογίας ψευδοσύνοδο.
1) Συγκεκριμένα στο τελικό κείμενο “Σχέσεις της Ορθοδόξου
Εκκλησίας προς τον
λοιπόν χριστιανικόν κόσμον’’,
στην παράγραφο 6 αναφέρεται:
“ Η Ορθόδοξος Εκκλησία αποδέχεται την ιστορικήν
ονομασίαν των μη
ευρισκομένων εν κοινωνία
μετ αὐτῆς άλλων ετεροδόξων χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών”. Εδώ βλέπουμε το παραπλανητικό παιχνίδι των
χρησιμοποιουμένων εκφράσεων.
Η
χρήση αφ’ ενός μεν της εκφράσεως ότι η Εκκλησία “αποδέχεται”,
αφ’
ετέρου δε, του
χαρακτηρισμού των αιρετικών ως “
Εκκλησιών
και Ομολογιών”, καταφανώς οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η ΑκΜΣ (και δι’ αυτής πάντες οι αποδεχόμενοι
αυτήν), υιοθέτησε και αποδέχθηκε την νέα εκκλησιολογία της Β´ Βατικανής “συνόδου”, όπως
εκφράστηκε στα επίσημα κείμενά της (βλ. κυρίως Lumen
Gentium 15, Unitatis Redintegratio 3, όπου γίνεται αναφορά στην ύπαρξη “ Εκκλησιών και
Εκκλησιαστικών
Κοινοτήτων”), συμφώνως
προς την οποίαν η “εκκλησία” διεσπάσθη εν χρόνω, πλην τα διασπασθέντα μέλη, εάν μεν διατηρούν επισκοπάτο και μυστήρια (Βάπτισμα, Χρίσμα,
Ευχαριστία), καλούνται “ Εκκλησίες”
και θεωρείται ότι διακρατούν
περισσότερα στοιχεία εκκλησιαστικότητος, (οι Παπικοί αναφερόντουσαν στους Ορθοδόξους,
στους Μονοφυσίτες, και σε τμήματα του Προτεσταντικού κόσμου, όπως π.χ. οι Αγγλικανοί· στο δε κείμενο των Σχέσεων, η αναφορά καλύπτει Μονοφυσίτες και Προτεστάντες όπως
ανωτέρω, με την προσθήκη
των Παπικών), αν δε δεν
διατηρούν τα ανωτέρω, παρά
μόνον το Βάπτισμα, ονομάζονται “
Εκκλησιαστικές
Κοινότητες” (μ’ αυτό τόσο
οι Παπικοί, όσο και η σύνοδος της Κρήτης που τους ακολουθεί, -απλώς αλλάζοντας το “Κοινότητες” σε “ Ομολογίες”- εννοούν τους καλβινίζοντες Προτεστάντες).
2) Εκτός των άλλων, ειδικά στις παραγράφους 9-11, επικυρώνεται
συνοδικά, ουσιαστικά, το
σύνολο των αποφάσεων-κειμένων
του συμβουλίου ‘’Πιστις και Ταξις’’ του Π.Σ.Ε, όσο και αυτών που έχουν παραχθεί από τη Μικτή Θεολογική Επιτροπή Παπικών και ‘’ορθοδόξων’’. Προσδίδεται έτσι σε όλα αυτά πλέον συνοδική έγκριση πανορθοδόξου κύρους. Αποδέχεται
επομένως και αναγνωρίζει
στις αιρετικές κοινότητες ότι έχουν, καθώς και οι ορθόδοξοι, αποστολική διαδοχή,
ιερωσύνη, βάπτισμα και αυθεντικά μυστήρια, (βλ.
συμπεφωνημένα κείμενα Μονάχου 1981, Μπάρι 1987, Νεου Βαλαμο 1988, Μπαλαμάντ
1993, Ραββένας 2007). Εν ολίγοις αποδομείται ολόκληρη η
αποστολικοπαράδοτη,
δογματική διδασκαλία των αγίων Πατέρων
της Εκκλησίας.
Η ΑκΜΣ
αποδέχεται
ότι ο Παπας και όλοι οι αιρετικοί δίχος να αποκηρύξουν
κανένα από τα αιρετικά δόγματά τους είναι και
αυτοί Εκκλησίες, ενώ
αντιθέτως, οι άγιοι Πατέρες αναθεμάτιζαν και απέκοπταν τους αιρετικούς ως σάπια και νεκρά μέλη, ως παντελώς ξένα δηλαδή προς το σώμα της Εκκλησίας.
3)
Όσον
αφορά στο κείμενο περί του
μυστηρίου του Γαμου, παρατηρείται μία εσκεμμένα παραπλανητική αμφισημία κατά την οποίαν, ενώ αρχικώς καταγράφεται
η
σχετική πατερική
διδασκαλία επί του θέματος
(παράγραφοι έως και II,3),
κατόπιν αύτη ανατρέπεται πλήρως
δια της επισήμου αποδοχής των
μικτών λεγομένων “γάμων”, μέσω της εφαρμογής μιας
ψευδωνύμου “οικονομίας”, η οποία καταστρατηγεί
τόσο το γράμμα, όσο και το πνεύμα
του 72ου κανόνος της Πενθέκτης εν Τρούλλω
Συνόδου (692), μιγνύοντας τα άμικτα:
ορθόδοξους
και αιρετικούς. Η συγκεκριμένη απόφαση
αποτελεί το δεύτερο σημείο
αναγνωρίσεως
εκκλησιαστικότητος των αποκεκομμένων
εκ της Εκκλησίας αιρετικών κοινοτήτων, αφού γίνεται αποδεκτό πλέον και συνοδικώς, το έγκυρον του αιρετικού βαπτίσματος και κατά
συνέπειαν των αιρετικών “μυστηρίων” και συνακόλουθα της βαπτισματικής
θεολογίας:
“Ο γάμος Ορθοδόξων μεθ ἑτεροδόξων κωλύεται κατά κανονικήν ακρίβειαν (κανών 72 της Πενθέκτης εν Τρούλω Συνόδου).
Η δυνατότης εφαρμογής της εκκλησιαστικής
οικονομίας ως προς τα κωλύματα γάμου δέον όπως
αντιμετωπίζεται υπό της
Ιεράς Συνόδου
εκάστης αυτοκεφάλου
Ορθοδόξου Εκκλησίας.”
(παράγραφοι
II,5,i-ii).
4) Αναφορικώς
δε προς το κείμενο της Νηστείας,
ισχύει ο,τι ελέχθη και για το κείμενο του Γάμου: έως και την παράγραφο 7, παρουσιάζεται η σχετική ορθόδοξη διδασκαλία περί νηστείας, ακολούθως
όμως “επιτρέπεται” η κατάλυσίς
της (Νηστεία 8), με αποτέλεσμα να
παραδίδεται τελεσιδίκως η ασκητική εκκλησιαστική παράδοση στο εκκοσμικευμένο
και αντιασκητικό
πνεύμα του Οικουμενισμού.
Το ίδιο γίνεται και εδώ δια της οδού της «οικονομίας»: καταλύονται οι ιεροί κανόνες περί της νηστείας.
5)
Στην σύνοδο της Κρήτης δεν υπήρξε ούτε
καν η επίφασις συνοδικότητος
που βλέπουμε στην Β’ Βατικανή σύνοδο, στην οποία είχε κληθεί το σύνολο των ανά την οικουμένη παπικών επισκόπων, ενώ στην
ΑκΜΣ δεν συμμετείχε το σύνολο των επισκόπων παρά
μόνον “αντιπροσωπείες”. Η σύνοδος λειτούργησε σαν να ήταν κάποιο πολιτικό σώμα, όπου οι αντιπροσωπείες ψήφισαν κατ’ αρχάς
εσωτερικά, όπως και οι κοινοβουλευτικές ομάδες των κομμάτων, με τελική κατάληξη την
ψηφοφορία των πρώτων, ως άλλων πολιτικών
αρχηγών. Μα ούτε και πανορθόδοξος ήταν, εφόσον τελικώς
έλειψαν
τέσσερεις Αυτοκέφαλες Εκκλησίες.
Όντως η ΑκΜΣ
δεν έχει καμμία σχέση
με τις προηγούμενες Οικουμενικές και Τοπικές Συνόδους της Ορθοδόξου
Εκκλησίας. Εξάλλου, όπως χαρακτηριστικά
δήλωσε ο Αναστάσιος Αλβανίας,
συνιστά μία νέου είδους “σύνοδο”. Η νέα
πραγματικότητα που διαμορφώνεται με “συνόδους” τύπου Κολυμπαρίου Κρήτης είναι ότι καταλύεται το συνοδικό σύστημα της Ορθοδόξου
Εκκλησίας και εισάγεται η
εκκοσμίκευση εντός του εκκλησιαστικού
σώματος, όπου δεν υπάρχει η ευωδία του λιβανιού αλλά η δυσωδία των κοσμικών αρωμάτων. Όντως δεν
υπάρχει
ουδαμού ο αυθεντικός δογματικός λόγος και η ακρίβεια που αρμόζει σε μία Ορθόδοξη Συνοδο, ώστε να αποπνέει εμπιστοσύνη και αυθεντικότητα.
6) Κλείνοντας, παρατηρούμε ότι σε
όλα
τα κείμενα της Συνόδου δεν
υπάρχει
η ευθύτης του λόγου, το
ευαγγελικόν «έστω ο λόγος
υμών ναι
ναι, ου ου» (Ματθ. εʹ, 37),
εκείνο
μάλιστα που εντυπωσιάζει
είναι ότι οι λέξεις που συστηματικά αποφεύγονται
είναι: αιρετικοί, αίρεσις
και δόγμα. Σκοπός βεβαίως του παρόντος κειμένου δεν είναι η λεπτομερής θεολογική ανάλυση επί
των κειμένων της ΑκΜΣ, επ’ αυτού παραπέμπουμε στη θεολογική μελέτη
του αγιορείτου Μοναχού
Επιφανίου
Καψαλιώτου, καθώς και ακαδημαϊκών
θεολόγων καθηγητών. Στις εν λόγω εργασίες γίνεται σαφές ότι πέραν του κακοδόξου κειμένου των Σχέσεων,
και τα άλλα συνοδικά
κείμενα: της Εγκυκλίου, του
Μηνύματος, και της Αποστολής, βρίθουν
αντορθοδόξων θέσεων
περί του χαρακτήρος
της Εκκλησίας και της αποστολής αυτής εν τω κόσμω.
Η λεγομένη
ΑκΜΣ αποκορύφωμα του
Οικουμενισμού
Πάντως
τα τελικώς γενόμενα στην λεγομένη ΑκΜΣ δεν προξενούν εντύπωση ως
κάτι το απρόσμενο, αντιθέτως,
αποτελούν
την φυσιολογική κατάληξη
μιας ολοκλήρου πορείας
αιρετικών πράξεων και λόγων του εκάστοτε πατριάρχου
από
το 1902 και εντεύθεν. Το φοβερόν είναι, ότι ευθύς μετά την ΑκΜΣ ο νυν Πατριάρχης έδραμε σπουδαίως στη διαθρησκειακή σύναξη της Ασσίζης για να ανάψει και αυτός το κεράκι του στον κοινό βωμό
του Βααλ της Πανθρησκείας (Αύγουστος
2016). Τούτο αποτέλεσε συνέχεια
προηγουμένων συμπροσευχών μετά των εχθρών του Χριστού, όπως Εβραίων,
Βουδιστών, Ινδουϊστών,
Ειδωλολατρών κ.α. Αν αυτό δεν είναι άρνηση Χριστού, τότε τι είναι; Υπηρετεί, δυστυχώς, πιστά την Πανθρησκεία του Αντιχρίστου. Αυτά ουδείς αιρετικός, δια μέσω των
αιώνων δεν τόλμησε ούτε καν και να τα σκεφθεί!
Αναπόφευκτα το
επόμενο
και τελικό στάδιο θα
είναι η υποταγή στο
πρωτείο εξουσίας,
στο αλάθητο του
αιρεσιάρχη Πάπα και
«το κοινό ποτήριο» , δηλαδή στη μετατροπή των Αυτοκεφάλων Ορθοδόξων Εκκλησιών σε Ουνιτικές.
Είναι γνωστό τοις πάσι ότι ο νυν Οικουμενικός Πατριάρχης τυγχάνει ο κύριος εμπνευστής όλων των κακοδόξων αποφάσεων της ΑκΜΣ, καθώς αυτό αποτελούσε όραμα ζωής και ήταν ο διαρκής του στόχος. Οι αιρετικού χαρακτήρα θεολογικές θέσεις του Πατριάρχου -οι οποίες έλαβαν πλέον και πανορθόδοξον κύρος- είναι εδώ και πολλά χρόνια γνωστές και είναι καταγεγραμμένες τόσο σε κείμενα, όσο και ως προφορικές δηλώσεις και έχουν ελεγχθεί δημοσίως από θεολογικές μελέτες επισκόπων, από τη “Συναξη Ορθοδόξων Κληρικών και Μοναχών”, από ακαδημαϊκούς καθηγητές της Θεολογίας, καθώς και από άλλους κληρικούς και λαϊκούς. Εμείς από την πλευρά μας, δώσαμε την αγιορειτική μαρτυρία εκδίδοντας τον συλλογικό τόμο «Άγιον Όρος. Διαχρονική μαρτυρία στους αγώνες υπέρ της πίστεως» το 2014, και τον οποίο υπέγραψαν τέσσερις αγιορείτες Ηγούμενοι καθώς και πλήθος κελλιωτών και γερόντων. Περιέχει παλαιότερα κείμενα της Ιεράς Κοινότητος, προβάλλοντας έτσι τη διαχρονική φωνή του Αγίου Όρους προς ενημέρωση του πιστού λαού, ο οποίος όμως σήμερα κρατείται στο σκότος και την άγνοια. Στο συγκεκριμένο κείμενο, καθώς και σε άλλα που έχουν δει κατά το παρελθόν το φως της δημοσιότητος, γίνεται σαφές ότι ο Πατριάρχης κηρύττει αίρεσιν γυμνή τη κεφαλή. Ενδεικτικώς αναφέρουμε ολίγα εκ των (πάρα) πολλών:
ΓΙΑΤΙ
Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΕΙΝΑΙ ΑΙΡΕΤΙΚΟΣ
1) Ο Πατριάρχης δεν
πιστεύει εις το Σύμβολον της Πίστεως, δηλαδή εις «Μιαν Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν».
Το
Μαϊο του 2014 στη συνάντησή του με τον Παπα στα Ιεροσόλυμα στο λόγον του είπε: « Η Μια, Αγία, Καθολική και Αποστολική
Εκκλησία…λόγω
της υπερισχύσεως της ανθρωπίνης
αδυναμίας και
του πεπερασμένου θελήματος του ανθρωπίνου νοός διεσπάσθη εν χρόνω…αι κατά τόπους Εκκλησίαι
ωδηγήθησαν εις
διάσπασιν της ενότητος της πίστεως…» (προσφώνησις Πατριάρχου προς Πατριάρχην Ιεροσολύμων
24 Μαΐου 2014 βλ. ιστολόγιο amen).
Έχει πει,
«…Εφ όσον δηλονότι η μία Εκκλησία
αναγνωρίζει ότι άλλη τις
Εκκλησία είναι
ταμιούχος της χάριτος και αρχηγός σωτηρίας, αποκλείεται, ως
αντιφάσκουσα εις
την παραδοχήν ταύτην, η προσπάθεια αποσπάσεως πιστών από της μιας και προσαρτήσεως αυτών εις την
ετέραν…δεν
είναι ανταγωνίστρια των άλλων τοπικών Εκκλησιών, αλλ εν σώμα μετ αυτών». (Προσφώνησις προς την παπικήν αντιπροσωπίαν
εις την θρονική εορτή, Κων/πολις 1998, περ. Επίσκεψις).
Σε άλλη του ομιλία είπε: « Απηλλαγμένοι
λοιπόν των αγκυλώσεων του παρελθόντος…Καθε Εκκλησία είναι η Καθολική Εκκλησία, αλλά όχι η
ολότητά της.
Καθε Εκκλησία εκπληρώνει την καθολικότητά της, όταν είναι σε κοινωνία με τις άλλες
Εκκλησίες…ο ένας χωρίς τον άλλον είμαστε πτωχευμένοι» (Ομιλία εις
Γενεύην 17 -2 2008).
Η Εκκλησία κατά
τον Πατριάρχη είναι διεσπασμένη και διηρημένη. Δεν υπάρχει η
ενότητα της πίστεως και
μέσα σε αυτήν την διηρημένη «Εκκλησία»
συγκαταλέγει και την Ορθόδοξο Εκκλησία. Πιστεύει στην οικουμενιστική «θεωρία των κλάδων». Επ αυτού
δημοσίευσε θεολογική κριτική η ‘’Συναξις
Ορθοδόξων
κληρικών και μοναχών’’,
που αποδεικνύει την
αιρετική διδασκαλία του Πατριάρχη.
Κατά συνέπειαν, «όποιος πιστός κληρικός και λαϊκός αμφισβητεί
η αρνείται συνειδητά
την αγιοπνευματική εμπειρική ορθόδοξη πίστη της Εκκλησίας, όπως αυτή οριοθετείται
με κάθε ακρίβεια στους Όρους των Οικουμενικών Συνόδων και ιδιαιτέρως στα μονοσήμαντα άρθρα του Συμβόλου της Πιστεως, ευλόγως εκπίπτει
από το Σώμα
της Εκκλησίας, υποκείμενος
σε καθαίρεση
η αφορισμό κατά
τις Οικουμενικές Συνόδους». (
βλ. Ζʹ Ιερόν Κανόνα της Γʹ Οικουμενικής
Συνόδου, και την μελέτη “Η νέα
εκκλησιολογία του
Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου”, εκδ.
Συναξις Ορθοδόξων Κληρικών
και Μοναχών, 2015, σελ. 13).
2) Ο Πατριάρχης
δεν πιστεύει ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο μοναδικός αληθινός Θεός και Σωτήρας του κόσμου, όπως τον ομολογούμε στο Συμβολον της πίστεώς μας « Και εις ένα Κυριον Ιησούν Χριστόν…», και τούτο αποδεικνύεται
πάλιν από τα ίδια τα λόγια και έργα του. Δεν πιστεύει εις το «Εις Κυριος,
μία πίστις, εν βάπτισμα». (Εφ. Δʹ, 5).
Το
2001 στην νότιο Αφρική, δήλωσε ότι: « η Ορθόδοξος
Εκκλησία,
δεν επιδιώκει να πείση τους άλλους για μία συγκεκριμένη αντίληψι της Αλήθειας η της Αποκαλύψεως
». (εκ της
ιστοσελίδος
του Πατριαρχείου).
Ο Πατριάρχης
λέγοντας ότι δε χρειάζεται
να διδάσκουμε «για μια συγκεκριμένη αντίληψι της
Αληθείας
η της Αποκαλύψεως», καταργεί την ιεραποστολή
και το βάπτισμα· για αυτό
και απαγορεύει το
ορθόδοξο βάπτισμα
στους προσηλύτους.
3)
Πιστεύει ότι όλες οι θρησκείες σώζουν.
Στη
Γενεύη το 1995 έκανε τη
δαιμονική, βλάσφημη δήλωση: «ΟΛΕΣ ΟΙ ΘΡΗΣΚΕΙΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΔΟΙ ΣΩΤΗΡΙΑΣ». (Επίσκεψις
αρ. 523, σελ. 12).
Εάν όλες λοιπόν
οι θρησκείες σώζουν, γιατί τότε να έρθει ο Χριστός
στην γη; Γιατί να γίνει άνθρωπος και
να σταυρωθεί , αφού όλες οι
θρησκείες σώζουν; Για τον Πατριάρχη λοιπόν, ο Χριστός δεν είναι Θεός, ο χριστιανισμός είναι απλά μία θρησκεία, όπως όλες οι άλλες θρησκείες. Και ακόμη μνημονεύεται ημέρας και νυκτός ως
ορθοτομών τον λόγον της αληθείας;…
Στην
6η Παγκόσμια Συνάντηση Θρησκείας και Ειρήνης στις 4/11/1994 δηλώνει: «Εμείς οι θρησκευτικοί ηγέτες πρέπει να φέρουμε στο προσκήνιο τις
πνευματικές αρχές του ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΣΜΟΥ, της αδελφωσύνης
και της
ειρήνης. Αλλά για να το πετύχουμε αυτό πρέπει να είμαστε ενωμένοι στο πνεύμα του ενός Θεού…Ρωμαιοκοθολικοί, και Ορθόδοξοι, Προτεστάνται και Εβραίοι, Μουσουλμάνοι και Ινδοί, Βουδισταί…». (Επίσκεψις αρ.
494, σελ. 23, Γενεύη 1994).
Πιστεύει και κηρύττει ότι το
Κοράνιο είναι “ίσο με
την Αγία Γραφή
και ιερό, όπως αυτή”[1] καὶ ὅτι
οἱ Μωαμεθανοὶ μποροῦν νὰ πᾶνε
στὸν παράδεισο χωρὶς νὰ πιστεύουν στὸ Χριστό[2]
Ο Πατριάρχης
στην Ατλάντα της
Τζώρτζια των ΗΠΑ, προσφώνησε τον ιδιοκτήτη της
Coca Cola Μουχτάρ Κεντ και είπε: «Έχω ένα μικρό ενθύμιο, μικρό, αλλά και μεγάλο· ενθύμιο στη Δαφνη και στον Μουχτάρ. Είναι το άγιο κοράνιο, το ιερό βιβλίο των μουσουλμάνων αδελφών μας». (Περιοδικό: Άγιον Όρος – Διαχρονική μαρτυρία στούς αγώνες της Πιστεως, εκδ. Αγιορειτών Πατέρων,
Αγ. Όρος 2014,
σελ. 69).
Πιστεύει
και κηρύττει ότι πολλές
εντολές
του Θεού είναι προσωρινές[3],
διαφωνώντας ἀκόμα καὶ μὲ τὸν Κύριο!
Ονομάζει «ευλογημένη»
και τιμά τη Συναγωγή των Εβραίων, εκεί που
υβρίζεται ο Χριστός
και η Θεοτόκος[4]. Για τον ιερό Χρυσόστομο η Συναγωγή είναι “χώρος δαιμονίων που
συνάζονται οι σταυρωτές του Χριστού και θεομάχοι”[5].
4)
Πιστεύει και κηρύττει την βασική αρχή της
Μασονίας ότι δηλαδή: «έκαστος να λατρεύη τον Ένα Θεόν ως προτιμά…». «Ο Θεός ευαρεστείται εις την ειρηνικήν
συμβίωσιν των ανθρώπων και μάλιστα, αυτών οι οποίοι Τον λατρεύουν ανεξαρτήτως
των διαφορών, αι οποίαι
υπάρχουν εις την
πίστιν μεταξύ των τριών μεγάλων μονοθεϊστικών θρησκειών«[6].
5) Επιδιώκει
την κατάργηση η τροποποίηση πλειάδος Ιερών Κανόνων, κάτι, που για την Ορθοδοξία, είναι γνώρισμα αιρετικού
ανθρώπου[7]. Ονομάζει τους Ι. Κανόνες «τείχη του αίσχους«[8]!
6) Οικουμενικός
Πατριάρχης επίσης εκφράζεται υβριστικά κατά
των αγίων Πατέρων της Εκκλησίας, διότι στην θρονική εορτή το 1998, σχετικά με το θέμα του
παπισμού και τις σχέσεις που πρέπει να έχουμε μαζί
τους, είπε: «Η μετάνοια ημών δια το παρελθόν είναι απαραίτητος. Δεν πρέπει να σπαταλήσωμεν τον χρόνον
εις αναζήτησιν ευθυνών. Οι κληροδοτήσαντες εις ημάς την διάσπασιν προπάτορες ημών
υπήρξαν ατυχή θύματα
του αρχεκάκου όφεως και ευρίσκονται ήδη εις χείρας του δικαιοκρίτου Θεού.
Αιτούμεθα υπέρ αυτών το έλεος του Θεού, αλλά
οφείλομεν ενώπιον αυτού,
όπως επανορθώσωμεν τα
σφάλματα εκείνων (!)» (Βλ. Εκκλησιαστική Αλήθεια, 16/2/1998 και περ. Επίσκεψις).
Φρικιά
ο
κάθε ευσεβής ορθόδοξος χριστιανός ακούγοντας τα ασεβώς τολμηθέντα “ρήματα” του πατριάρχου.
Βλασφημείται άπας ο χορός των αγίων Πατέρων, οι οποίοι ως γνήσιοι ποιμένες των διαπιστευμένων εις
αυτούς λογικών προβάτων, το διεφύλαξαν αμόλυντο από τη
λύμη των αιρέσεων, μεγαλυτέρα των οποίων ήταν (και
παραμένει), αυτή του αθέου παπισμού.
Βλασφημούνται ανερυθριάστως, ως δήθεν όργανα του διαβόλου και ως υπαίτιοι
του σχίσματος, αυτοί
δηλαδή, για τους οποίους ψάλλει
η
Εκκλησία:
“Όλην συλλεξάμενοι, ποιμαντικήν επιστήμην, και θυμόν κινήσαντες, νυν τον
δικαιώτατον ενδικώτατα, τους βαρείς ήλασαν και λοιμώδεις λύκους, τη σφενδόνη τη του Πνεύματος, εκσφενδονήσαντες, του της Εκκλησίας πληρώματος, πεσόντας ως προς θάνατον, και ως ανιάτως νοσήσαντας, οι θείοι Ποιμένες, ως δούλοι γνησιώτατοι Χριστού, και του ενθέου κηρύγματος, μύσται ιερώτατοι.” (στιχηρό προσόμοιο αίνων, εκ της Κυριακής των αγίων Πατέρων)
7)Πιστεύει και κηρύττει -σε αντίθεση με
δεκάδες Συνόδους και εκατοντάδες Αγίους- ότι η παπική
«εκκλησία» είναι κανονική και ο Πάπας Ρώμης, κανονικός επίσκοπος. Το 1991 στο Μπαλαμάντ του Λιβάνου αποδέχτηκε το έγκυρον των μυστηρίων των παπικών καθώς και την Ουνία[9].
Τὸ 1995, ὅπως καὶ τὸ
2014, συνυπέγραψε μὲ
τὸν Πάπα «ΚΟΙΝΗΝ ΜΑΡΤΥΡΙΑΝ ΠΙΣΤΕΩΣ». Τὸ 2011, κατήχησε σπουδαστές παπικού
πανεπιστημίου υπέρ του Πάπα. “Ο Οικ. Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος δέχτηκε
επίσκεψη ομάδος φοιτητών
του Ποντιφικικού Ινστιτούτου Saint Apollinaire. Απευθυνόμενος στους φοιτητές τους προέτρεψε: Ακολουθήστε
τον Πάπα. Ο Πάπας Βενέδικτος ο ΙΣΤ
εἶναι ένας μεγάλος θεολόγος που κάνει καλό σε όλες τις Εκκλησίες. Ακολουθήστε τον με αγάπη και συμπάθεια”[10].
8) Αναγνωρίζει
τις χειροτονίες των αγγλικανών[11] και κάνει αποδεκτό το βάπτισμα των Λουθηρανών[12]
(όπως
και γενικώς πάντων των
προτεσταντών), που είναι διαστρεβλωτές της διδασκαλίας του Ιησού Χριστού, υβριστές της Κυρίας Θεοτόκου, περιφρονητές των Αγίων μυστηρίων της Εκκλησίας και ως εικονομάχοι που είναι, βρίσκονται υπό τον αναθεματισμό της 7ης Οικουμενικής Συνόδου. Άλλωστε στο συνέδριο του Π.Σ.Ε., το 2006, στο
Porto Alegre, αποδέχτηκε σε
κοινή δήλωση με τους προτεστάντες ότι δεν
υπάρχει μόνο
Μία Εκκλησία, αλλά ότι οι 348 εκκλησίες -μέλη του Π.Σ.Ε.- είναι γνήσιες εκκλησίες. Μία δε από αυτές είναι και η Ορθόδοξη
Εκκλησία! Οι ποικίλες αιρετικές διδασκαλίες των
προτεσταντών θεωρούνται ως διαφορετικοί
τρόποι εκφράσεως της ιδίας πίστεως και ως ποικιλία των χαρισμάτων του Αγίου Πνεύματος. Δεχόμενος έτσι ότι τελικά δεν υπάρχουν αιρέσεις! “Αυτές οι εκκλησίες καλούνται να συμβαδίζουν, ακόμη και όταν διαφωνούν”[13].
9)
Το Νοέμβριο του 1993 προέβη σε άρση των
αναθεμάτων ανάμεσα στην
Ορθόδοξη
Εκκλησία και στην αίρεση
των μονοφυσιτών. Η κάθε
πλευρά αναγνώρισε την άλλη ως
Ορθόδοξη. Τις καταδίκες
και τα αναθέματα της 4ης
Οικουμενικής προς τους Μονοφυσίτες (που τα επανέλαβαν οι επόμενες Σύνοδοι) τα ονομάζει «παρεξηγήσεις του παρελθόντος που έχουν ξεπεραστεί», αφού, «δεν υπάρχει θεολογία που μας χωρίζει«[14]!
Δι’
όλων
αυτών αποδεικνύεται
ότι δεν συκοφαντούμε, ούτε
κατηγορούμε, μα ούτε και υβρίζουμε τον
Πατριάρχη, απλώς με το να
προβάλλουμε τόσο τα έργα,
όσο
και τους λόγους του, αφήνουμε αυτά να μιλήσουν μόνα τους και να είναι
αυτά που καταγγέλλουν την αίρεσή του. Κατ αὐτὸν τον τρόπον, αποδεικνύουμε
ότι εμείς πραγματικά τον αγαπούμε, διότι όποιος αγαπά, ομιλεί και
μαρτυρεί την αλήθεια και δεν
κολακεύει. Ευχόμεθα ολοψύχως να
του χαρίσει ο Κυριος του ελέους μετάνοιαν, (όπως και στους λοιπούς, ομόφρονες προς αυτόν, οικουμενιστές επισκόπους), ώστε να αποκηρύξει την αίρεσιν του Οικουμενισμού.
Κατόπιν
τούτων, ο νυν Πατριάρχης
στη συνείδηση των Ορθοδόξων χριστιανών,
δεν υφίσταται πλέον ως
ορθόδοξος Πατριάρχης αλλά ως αιρεσιάρχης, καθώς και οι προ αυτού
αιρετικοί, όπως ο Νεστόριος, ο Βεκκος κ.α.
Ως αγιορείτες μοναχοί, είναι προφανώς κατανοητό έχουμε
ιδιαίτερο πρόβλημα
συνειδήσεως, καθότι το Άγιον Όρος έχει άμεση εκκλησιαστική αναφορά προς αυτόν. Όντως η
εκκλησιαστική κατάσταση
που ζούμε σήμερα, ως προς
την προδοσία της ορθοδόξου πίστεως,
μας παραπέμπει στα αλγεινά γεγονότα
των Συνόδων της Λυών (1274) και της Φερράρας-Φλωρεντίας (1439-40).
Τα 114 έτη άκρας οικονομίας (αρχής γενομένης από την αιρετικής εμπνεύσεως εγκύκλιο του Οικουμενικού πατριάρχου Ιωακείμ Γʹ, το 1902) και ανοχής στους οικουμενιστές–λατινόφρονες και φιλενωτικούς επισκόπους είναι υπέρ του δέοντος αρκετά. Η ζημία που έχει προκαλέσει αυτή η ψευδεπίγραφη “οικονομία” στη δογματική αυτοσυνειδησία κλήρου και λαού είναι ήδη τεραστίων διαστάσεων, με συνέπεια την αλλοίωση των υγειώς νοουμένων ορθοδόξων κριτηρίων του θεολογείν. Σκοπός και στόχος του Αγίου Όρους πρωτίστως, καθ’ όλην την υπερχιλιετή ιστορία του, υπήρξε η διαφύλαξη και υπεράσπιση της Ορθοδοξίας. Οσάκις ανεφύη αίρεσις εντός της Εκκλησίας, η διαχρονική αγιορειτική στάση, θεμελιωμένη και στοιχούσα στην ιεροκανονική παράδοση, διδάσκει την αυτονόητο υποχρέωση διακοπής του μνημοσύνου, εν τοις μυστηρίοις, του αιρετίζοντος πατριάρχου.
Η εφαρμογή της
διακοπής του Πατριαρχικού μνημοσύνου στο Άγιον Όρος.
Ειδικότερα,
κατά την χρονική περίοδο που ακολούθησε την
ενωτική
σύνοδο της Λυών (1274),
πατριάρχου όντος του
λατινόφρονος Ιωάννου Βεκκου, ο άγιος Κοσμάς ο Πρώτος καθώς και το σύνολο των εν Αγίω
Όρει μοναχών, έχοντας προβεί εις διακοπήν του μνημοσύνου του
πατριάρχου και του αυτοκράτορος, εδιώχθησαν και
-τινές εξ αυτών- εμαρτύρησαν
υπό των ενωτικών.
“ Άνωθεν γαρ η του Θεού Ορθόδοξος
Εκκλησία την επί των αδύτων
αναφοράν του ονόματος του αρχιερέως συγκοινωνίαν τελείαν εδέξατο τούτο. Γεγραπται γαρ εν τη εξηγήσει της θείας λειτουργίας, ότι
αναφέρει ο ιερουργών το
του αρχιερέως όνομα,
«δεικνύων και την προς το υπερέχον υποταγήν, και ότι κοινωνός εστιν αυτού, της πίστεως και των θείων
μυστηρίων διάδοχος»
”. (βλ. V. Laurent-J.
Darrouzes, Dossier Grec de I’ Union de Lyon, Paris 1977, σελ. 399).
Ο ουσιαστικός λόγος για τον οποίον
οφείλουμε να
κάνουμε την διακοπή του μνημοσύνου ενός αιρετικού πατριάρχου και επισκόπου είναι, ότι δια της μνημονεύσεως του ονόματός του γινόμεθα και εμείς συγκοινωνοί της αιρέσεώς του, καίτοι
δηλώνουμε ότι εμείς δεν συμφωνούμε.
Άλλος Αγιορείτης Ομολογητής ο όσιος Ησαΐας, συνασκητής του οσίου Γρηγορίου του Σιναΐτου, όπως τον αναφέρει ο όσιος Νικόδημος ο
Αγιορείτης: «Ούτος ο μακάριος έπαθε πολλά κακά από τον βασιλέα Μιχαήλ τον Παλαιολόγον
τον λατινόφρονα, διατί δεν ήθελε να
συγκοινωνήση με τον τότε Πατριάρχη τον Βεκκον δια την καινοτομίαν του Ορθοδόξου Δογματος, αλλά θείω ζήλω κινούμενος ηγωνίσθη πολλά υπέρ της Ορθοδοξίας, και με την ακούραστον διδασκαλίαν του ήνωσεν όλους με την Ορθόδοξον Εκκλησίαν του Χριστού πλέον τελεώτερον».(βλ. «Υπέρ των Ιερώς ησυχαζόντων », 2,2,2, Ε.Π.Ε. τομ. Βʹ σελ.
350). σελ. 251).
Κατά
τη νεωτέρα δε εποχή (1924), ένεκα της καινοτόμου και αντικανονικής
εισαγωγής του νέου ημερολογίου, το οποίο απετέλεσε και το πρώτο πλήγμα του Οίκουμενισμού
στην ενότητα της Ορθοδόξου
Εκκλησίας, οι τότε πατέρες
συνεχίζοντες την πάγια αγιορειτική παράδοση
επανέλαβαν
την διακοπή του
πατριαρχικού μνημοσύνου. Η διαχρονική
αυτή παράδοση, δυστυχώς διεκόπη υπαιτιότητι των
νέων συνοδειών, των προερχομένων εκ του
κόσμου, και οι οποίες το 1971 επανέφεραν το πατριαρχικό μνημόσυνο. Να σημειωθεί ότι η διακοπή του μνημοσύνου γίνεται επί σκοπώ αποφυγής του μολυσμού του εκκλησιαστικού
σώματος εκ της κακοδόξου διδασκαλίας η πρακτικής, με απώτερον σκοπόν την δι’ Ορθοδόξου Οικουμενικής Συνόδου καταδίκης της
αιρετικής διδασκαλίας (η πρακτικής)
και των αιρεσιαρχών επισκόπων.
Επί πατριαρχείας
Αθηναγόρου, το Άγιον Όρος, σχεδόν στο σύνολό του, ολοψύχως και ως εν σώμα, αντέδρασε δυναμικά και διέκοψε, ως ώφειλε, το μνημόσυνο του Πατριάρχου Αθηναγόρα, (το αυτό έπραξαν και κάποιοι εκ των Ορθοδόξων Ιεραρχών της Εκκλησίας της Ελλάδος, των νέων καλουμένων Χωρών). Μαλιστα ο
Αθηναγόρας “σεβόμενος” την
έλευθερία
της συνειδήσεως των Αγιορειτών δεν τους εδίωξε, (βλ. πατριαρχική Εγκύκλιο
Αριθ. Πρωτ. 140/Κ.
17-9-1968), εν αντιθέσει προς
την τακτική του πατριάρχου Δημητρίου, όπως και
του νυν πατριάρχου Βαρθολομαίου.
Οι
δυσμενείς εξελίξεις των
δεκαετιών του ’60 και του ’70, κατά τις οποίες ο Οικουμενισμός
ήταν
σε έξαρση -όπως άλλωστε συμβαίνει
και σήμερα, έχοντας όμως οδηγήσει τα
πράγματα σε πολύ χειρότερη κατάσταση- ανάγκασε τους
αγιορείτες
στην απόφαση να δημοσιεύσουν κείμενα αγιοπατερικής
πνοής, που κατεδίκαζαν τον
Οικουμενισμό ονομάζοντάς τον
“αίρεσιν”, αποδεχόμενοι μάλιστα
και τον χαρακτηρισμό που του είχε δώσει ο άγιος Ιουστίνος Ποποβιτς, αυτόν της παναιρέσεως.
Οι
Ιερές Μονές
που προέβησαν εις διακοπήν του πατριαρχικού μνημοσύνου:
Ι Μ.
Οσίου Διονυσίου,
με ηγούμενον τον
Γεροντα Γαβριήλ,
Ι.
Μ. Καρακάλλου, με ηγούμενον τον Γέροντα Παύλο,
Ι.
Μ. Σιμωνος Πετρας, με ηγούμενον τον Γεροντα Χαράλαμπο,
Ι.
Μ. Οσίου Γρηγορίου,
με ηγούμενον τον
Γεροντα Βησσαρίωνα,
Ι.
Μ Αγίου Παύλου,
με ηγούμενον τον
Γεροντα Ανδρέα,
Ι.
Μ.Ξενοφώντος, με ηγούμενον τον Γέροντα Ευδόκιμο,
Ι.Μ.Εσφιγμένου, με ηγούμενον τον Γεροντα Αθανάσιον,
Ι.
Μ. Σταυρονικήτα με ηγούμενον τον Γεροντα Βασίλειον (διέκοψε το μνημόσυνο το 1968, αλλά δυστυχώς ήταν και η πρώτη που το επανέφερε το 1971).
Η Ι.Μ.
Κουτλουμουσίου, μνημόνευε
μόνο στην πανήγυρη της Μονής ‘’τυπικά’’ μόνον, όπως και η Ι. Μ. Κωσταμονίτου.
Επίσης,
από
τις τότε Ιδιόρρυθμες
Μονές, στην Ι. Μ. Μεγίστης Λαύρας, μνημόνευαν μόνο
στο καθολικό, ‘’τυπικά’’. Πολλοί ιερομόναχοι της
Μεγίστης Λαύρας, όπως και
ο
πρώτος ηγούμενος, μετά την κοινοβιοποίησή της το 1981,
γέρων Αθανάσιος, ενώ μνημόνευε ‘’τυπικά’’ στο Καθολικό της
Μονής, ο ίδιος στα
παρεκκλήσια, όταν λειτουργούσε,
δεν μνημόνευε, όπως επίσης και άλλοι
ιερομόναχοι της Μονής. Το
αυτό συνέβαινε και σε άλλες Μονές,
όπως
π.χ. στην Ι. Μ. Αγίου Παύλου, στην οποία ο παπά-Παύλος συνέχισε μέχρι τέλους να μη
μνημονεύει (+1995), καίτοι η Μονή
μετά την παραίτηση εκ της
ηγουμενίας
του γέροντος Ανδρέα
επανέφερε το μνημόσυνο, επί
ηγουμενίας γέροντος
Παρθενίου. Πάντως, και άλλες Ι.
Μονές αντιδρούσαν και
δεν ήθελαν το
μνημόσυνο και οι οποίες μνημόνευαν
περισσότερο από ‘’ευγένεια’’. Επίσης σε όλες τις Ιερές Σκήτες και στα περισσότερα κελλιά δεν
μνημόνευαν, τόσο ζηλωτές όσο και
μη ζηλωτές.
Στο
σημείο αυτό αναφέρουμε, ενδεικτικώς
μόνον, τις απαντήσεις δύο Ιερών Μονών προς την Ιερά Κοινότητα περί του ζητήματος της
διακοπής του μνημοσύνου.
Η Ι.Μ.
Καρακάλλου εις απάντησίν της προς
την Ιερά Κοινότητα,
είχε γράψει τα εξής: ‘’ Η καθ᾽ ημάς Ιερά
Μονή υπό στοιχεία ΙΔ ἐν τη σημερινή Συνάξει 21/9/1972 εξήτασε και αύθις το επίμαχον θέμα του μνημονεύματος…Επιθυμούμε να επαναλάβωμεν
την εν πεποιθήσει και αμετάθετον
απόφασιν ημών περί
συνεχίσεως της διακοπής του Πατριαρχικού Μνημοσύνου εις ένδειξιν διαμαρτυρίας, εφ᾽ όσον ο νέος Οικουμενικός Πατριάρχης Δημήτριος ο Α
θὰ συνεχίση
την τηρουμένην υπό της
Ιεράς Συνόδου
Γραμμής, την οποίαν είχε χαράξει ο Αθηναγόρας.’’ (βλ.
Ο.Τ. αρ.φ. 213,
1/7/1974).
Η Ι.Μ.
Αγίου
Παύλου, επί
ηγουμενίας του γέροντος Ανδρέα, απήντησε ωσαύτως: “…η απόφασις ημών είναι ότι δεν δυνάμεθα να προχωρήσωμεν εις
συζήτησιν παρά μόνον εφ᾽ όσον δηλωθή υπό της
Α. Παναγιότητος δια του τύπου ότι δεν
θα ακολουθήση την
πορείαν του προκατόχου Αυτού”. (ο. π.)
Επίσης ο αυτός
ηγούμενος
της Ι. Μονής π. Ανδρέας στη σχετική του απάντηση προς την Ι. Κοινότητα ανέφερε: “Λογοι εκκλησιαστικής
συνειδήσεως δεν μου
επιτρέπουν να
επαναλάβω το
μνημόσυνον, διότι ο Οικουμενικός
Πατριάρχης είναι νεωτεριστής, βαδίζει τα ίχνη του Οικουμενιστού Αθηναγόρου, του οποίου τας απόψεις και τα αιρετικά φρονήματα δεν
κατεδίκασεν”. (ο. π).
Κατόπιν
όλων
αυτών η Έκτατος Διπλή Ιερά Συναξις της Ιεράς Κοινότητος εις την ΝΒʹ Συνεδρία, τη 13η Νοεμβρίου 1971 και κατόπιν πολλών
διεργασιών απεφάσισε ότι: «…επαφίεται εις την συνείδησιν εκάστου μονής η διαμνημόνευσις του ονόματος του Οικουμενικού Πατριάρχου».
Πάντως
οφείλουμε να
τονίσουμε ότι στα
θέματα της πίστεως δεν χωρούν τυπικότητες και ευγένειες. Η πίστις δεν είναι θέμα ευγενείας προς
πρόσωπα, αλλά ομολογίας και
τηρήσεως της ακριβείας των
δογμάτων, ‘’εις τα της πίστεως ου συγχωρεί συγκατάβασις’’, όπως
ετόνιζαν οι παλαιοί αγιορείτες. Αξίζει πάντως
εδώ
να αναφερθούμε
στη πρακτική των τότε αγιορειτών. Εκ του
αποτελέσματος
και μόνον, δυστυχώς,
κρίνεται ως ανεπιτυχής η τότε
προσπάθεια αντιμετώπισης του
προελαύνοντος Οικουμενισμού και οι λόγοι είναι πολλοί. Ακροθιγώς σημειώνουμε ότι υπήρχε
η λανθασμένη αίσθηση ότι τα οικουμενιστικά “ανοίγματα”, όπως τα αποκαλούσαν, δεν χαρακτήριζαν συνολικά το
Πατριαρχείο, αλλ’ αποκλειστικώς τον
τότε Πατριάρχη και κάποιους λίγους συνοδοιπόρους του. Επιστεύετο μάλιστα ότι θανόντος του Αθηναγόρου τα πάντα θα επέστρεφον στην ομαλότητα. Η κατάληξη
είναι σε όλους γνωστή: στον
ενθρονιστήριο
λόγο του ο νέος Πατριάρχης Δημήτριος ανακοίνωσε τη συνέχιση των οικουμενιστικών
προσπαθειών του προκατόχου του. Εκείνην την
κρίσιμη στιγμή βρήκαν οι τότε αγιορείτες να
επαναφέρουν
το μνημόσυνο, επί καταστροφή του εκκλησιαστικού-αντιοικουμενιστικού αγώνος! Το μήνυμα που εδόθη στους πατριαρχικούς ήταν σαφές: προχωρήστε! Δυστυχώς, η ελλειπής κατανόησις του εφαρμοζομένου
έως τότε, ιε´ κανόνος της
Α´-Β´ συνόδου (861), κατά την οποία η διακοπή
μνημοσύνου εθεωρείτο ως απλώς έχουσα σημασίαν
“διαμαρτυρίας”, εξ ου και οι
προαναφερθείσες χάριν “ευγενείας” παλινωδίες μνημονεύσεως, π.χ. σε πανηγύρεις,
είχαν ως αφετηρία την αποσύνδεση της εφαρμογής του Κανόνος από το σωτηριολογικό του περιεχόμενο. Η τραγική επαναφορά του μνημοσύνου, έστω και με το λειψό τρόπο που εφαρμοζόταν
η διακοπή, πέραν της
γενικότερης ζημίας που προξένησε, δυστυχώς άνοιξε την θύρα και στις ποικίλες, κακόβουλες
και στρεβλωτικές ερμηνείες του
εν
λόγω ιερού Κανόνος που κυριαρχούν σήμερα.
Πράγματι, ο ορθοδόξως νοούμενος αντιαιρετικός αγώνας, όπως διαχρονικώς είναι διαπιστωμένο, δεν χαρακτηρίζεται από τη λήψη κάποιων πρακτικών ημιμέτρων και λύσεων, οι οποίες τελικώς διαιωνίζουν την αίρεση εντός του εκκλησιαστικού σώματος, αλλά αντιθέτως, από την ενδεδειγμένη έκθεση-διασάφηση, αφ’ ενός της ορθοδόξου διδασκαλίας και αφ’ ετέρου, του δογματικού πυρήνα της αιρέσεως, δηλαδή των βαθυτέρων θεολογικών αιτίων που ωδήγησαν στην εμφάνιση της, όσο και των καταστρεπτικών συνεπειών της. Σκοπός επομένως είναι όχι η διακοπή του μνημοσύνου καθεαυτή, αυτή αποτελεί το αρχικό στάδιο, αλλά η συνολική θεραπεία του κακού. Τούτο θα συμβεί δια της συγκλήσεως ορθοδόξου Οικουμενικής Συνόδου, η οποία και συνιστά το τελικό στάδιο του αντιαιρετικού εκκλησιαστικού αγώνος, και στην οποίαν θα καταδικασθεί η αίρεσις και οι αιρετικοί. Τοτε μόνον μπορούμε να ομιλούμε περί πλήρους εκκριζώσεως της αιρέσεως.
Η δι’
επιστολών
ενημέρωσις προ και μετά
της ΑκΜΣ.
Ως μέλη
της Εκκλησίας και της αγιορειτικής
μοναστικής πολιτείας, έχοντες λόγον ευθύνης αναφορικά προς τα θέματα πίστεως και παραδόσεως,
θεωρήσαμε ως επιβεβλημένο πνευματικόν
καθήκον μας να κινητοποιηθούμε, μετά του οφειλομένου σεβασμού
και κατά την τάξιν. Απευθυνθήκαμε λοιπόν εντός του
έτους
2016, με δύο δημόσιες ανοικτές
επιστολές προς υμάς, την Ιερά Κοινότητα του Ιερού ημών τόπου και τους Καθηγουμένους των Ιερών Μονών. Κατ’ αρχάς, στην επιστολή μας της 13ης Μαΐου 2016, προ της
λεγομένης “ Αγίας και Μεγάλης
Συνόδου” του Κολυμπαρίου Κρήτης, σας είχαμε υικώς δηλώσει ότι, εάν η εν λόγω
σύνοδος δεν ορθοτομήσει τον
λόγον της αληθείας και δεν
καταδικάσει την παναίρεση του Διαχριστιανικού και Διαθρησκειακού συγκρητιστικού
Οικουμενισμού, θα είμεθα, ως εκ τούτου,
υποχρεωμένοι
να εφαρμόσουμε
τους αρμοδίους
Ιερούς Κανόνες της Εκκλησίας, που ορίζουν τα περί διακοπής μνημοσύνου του ονόματος του οικείου επισκόπου (δηλ. του πατριάρχου).
Τέλος,
όπως
και στη δευτέρα προς υμάς
επιστολή μας, της 20ης Ιουνίου 2016, σας είχαμε υποβάλει την θερμήν παράκλησιν και σας είχαμε επισημάνει
ότι θα αναμέναμε, εντός ευλόγου
χρονικού διαστήματος, αφού συζητηθεί
το όλον ζήτημα της
λεγομένης Αγίας και Μεγάλης
Συνόδου και υφ᾽ υμών, ως το κατ ἐξοχὴν θεσμικόν όργανον του Ιερού ημών Τοπου, να ληφθεί μία ξεκάθαρη θέση έναντι των συνοδικών αποφάσεων. Το ερώτημα που ξεκάθαρα τίθεται και του οποίου την απάντηση αναμένουν πάντες οι αγωνιώντες πιστοί είναι: οι αποφάσεις της Συνόδου είναι ορθόδοξες η
αιρετικές;
Αντί όμως της
οφειλομένης
σπουδής όπου ώφειλε
το καθ’ υμάς όργανο
να επιδείξη
έναντι ενός τόσο
σημαντικού ζητήματος, καίτοι ως Ιερά Κοινότης
προ της Συνόδου είχατε εκθέσει δι ἐπιστολῆς την αντίθεσή σας επί τινών σημαντικών θεμάτων πίστεως, όσον αφορά τα προσυνοδικά κείμενα, αντ’ αυτού υπήρξε όχι μόνον η απόλυτος σιωπή, για τόσους μήνες, αλλά και κάποιες εκ των Ι. Μονών προέτρεξαν και ενήργησαν διωγμό, κατά παράβασιν των αρμοδίων διατάξεων του Κ.Χ.Α.Ο., εναντίον
Αγιορειτών μοναχών, πριν
καν συνέλθη η καθιερωμένη
Διπλή Ιερά Συναξις.
Συγκεκριμένα, κατά του Προϊσταμένου Γεροντος Σαββα μοναχού και του Γεροντος του
Ι.Κ. Αγίων Αρχαγγέλων-Κουκουζέλη, μοναχού Χερουβείμ, εκ της Ι.Μ.Μ. Λαύρας, καθώς και των μοναχών
Λουκά, Δαμιανού, Ονουφρίου και
Δανιήλ δοκίμου, εκ της Ι. Μ. Χιλανδαρίου.
Όπως είναι γνωστόν, η Διπλή Συναξις έως και σήμερον δεν έχει λάβει θέση. Ως προς την πιθανή αιτία της ενόχου σιωπής και της αποφυγής να εκδοθεί υπεύθυνη απόφαση σχετικά με την ΑκΜΣ, φως ρίχνει η επίσημη έκθεση προς την Ιερά Κοινότητα του Καθηγουμένου της Ι. Μονής Σταυρονικήτα Αρχιμ. Τυχωνος (η οποία δημοσιεύθηκε στις 23-9-2016, αρ. φυλ. 2132, από την ορθόδοξη εκκλησιαστική εφημερίδα “Ορθόδοξος Τυπος”). Το Άγιον Όρος άλλωστε εκπροσωπήθηκε επισήμως εις το πρόσωπον του συγκεκριμένου ηγουμένου, ο οποίος είχε και την θεσμική ιδιότητα του συμβούλου του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Το τραγικόν με την έκθεσίν του είναι ότι, παρά τις κάποιες μικροεπισημάνσεις, περιγράφει την αιρετική ψευδοσύνοδο ως ορθοδοξωτάτη.
Έκαστος ενώπιον των ευθυνών του.
Νοιώθουμε
την ανάγκη να σας απευθύνουμε
μία τελευταία έκκληση. Η θέσις
σας είναι «επί ξυρού ακμής», αναλογισθείτε τις τρομακτικές ευθύνες που έχετε
ενώπιον Θεού και ανθρώπων. Ως Ιερά Κοινότητα
και ως Καθηγούμενοι, όσοι από
εσάς, μη γένοιτο, υποκύψετε
αποδεχόμενοι τις αποφάσεις αυτής της ΑΙΡΕΤΙΚΗΣ ψευδοσυνόδου, και εξακολουθήσετε
-εν συνειδήσει πλέον- να μνημονεύετε έναν αιρετικόν πατριάρχη, ας γνωρίζετε ότι εν
ημέρα κρίσεως θα είσθε αναπολόγητοι, καθότι:
Με
την στάση σας θα έχετε διαιρέσει
την αγιορειτική μοναστική
κοινότητα.
Συνακόλουθα,
θα είσθε εσείς υπεύθυνοι δημιουργίας
σχισμάτων και όχι όσοι απλώς θέλουν
να παραμείνουν ορθόδοξοι.
Θα έχετε καταστρέψει τη χιλιόχρονη ενότητα
ορθοδόξου μαρτυρίας του Ιερού ημών Τόπου.
Τέλος,
η
αντιπατερική αυτή πορεία
θα οδηγήσει στην απαξίωση, δυστυχώς, του (επισήμου-θεσμικού) Αγίου Όρους, στα μάτια του ευσεβούς λαού του Θεού,
καθιστώντας το σκότος αντί,
ως
ώφειλε, φως του κόσμου
(πρβλ. “Φως μοναχοίς άγγελοι,
φως κοσμικοίς μοναχοί”, Κλίμαξ, Λογος 26Α, 25).
Ίσως ο λόγος
μας να σας στεναχωρήσει, ίσως φανεί
σκληρός και ελεγκτικός, αλλά ας γνωρίζετε ότι δεν έχουμε ουδεμία εμπάθεια προς τα θεοτίμητα πρόσωπά σας. Είναι αποτέλεσμα πόνου και αγάπης για την Ορθόδοξο πίστιν μας. Ο λόγος της αληθείας, είναι λόγος Χριστού, και είναι
δίστομος μάχαιρα, γιατί πρέπει πάντα να ορθοτομεί.
Παρακαλούμε λοιπόν την αγάπη σας
να μελετήσετε όσα σας επισημαίνουμε
και πατρικώς να συμπονέσετε,
να συμπροβληματιστείτε και να προχωρήσετε στη θεραπεία του κακού. Από εσάς περιμένουμε να ποιμαίνετε αγαπητικώς και όχι εξουσιαστικώς: “ποιμάνετε το εν υμίν ποίμνιον του Θεού, επισκοπούντες
μη αναγκαστικώς, αλλ ἑκουσίως, μηδέ αισχροκερδώς, αλλά προθύμως…τύποι γινόμενοι του ποιμνίου”.
(Αʹ Πετρ.
εʹ, 2-3)
Άπαντες ιστάμεθα ενώπιον των ευθυνών μας, ενώπιον του φοβερού Κριτού της Εκκλησίας και της Ιστορίας. Η έως του
νυν ακολουθουμένη τακτική
έχει
βοηθήσει στην ανεμπόδιστο
εξάπλωση της αιρέσεως, η οποία
οδηγεί στην απώλεια. Από τα
χέρια των υπευθύνων θα
ζητήσει ο Κυριος το “αίμα”
των ψυχών που τους εμπιστεύθηκε.
Στην κρίσιμη αυτή στιγμή ας αναλογιστεί έκαστος τι είδους Άγιον Όρος θέλουμε να παραδοθεί στις επόμενες γενεές, και τι είδους μοναχοί θα εγκαταβιώνουν
σ’ αυτό. Η κατάντια του παπικού μοναχισμού ας μας προβληματίσει…
Εμείς ως αγιορείτες μοναχοί διαχωρίζουμε, πλέον, τη θέση
μας έναντι της έως της σήμερον ακολουθουμένης
πορείας. Δε
συμφωνούμε ούτε συνευδοκούμε, γι’ αυτό και δεν επιθυμούμε την συμπόρευση με την οικουμενιστική αποστασία
εκ της Ορθοδοξίας. Δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να
στραγγαλίζουμε την ορθόδοξο συνείδησίν μας και να παριστάνουμε ότι δεν καταλαβαίνουμε μα ούτε και να
δικαιολογούμε συνεχώς τα αδικαιολόγητα, καλύπτοντας τα αιρετικά φρονήματα του Πατριάρχου. Ήρθαμε εκ νεαράς ηλικίας, κάποιοι από παιδιά ακόμη, στο Άγιον Όρος. Αφήσαμε πίσω
γονείς, οικείους, σπουδές, εργασίες,
μήπως για να καταντήσουμε αιρετικοί και να μας σέρνει πίσω του ο κάθε ασεβής Πατριάρχης και επίσκοπος; Μη γένοιτο! Ευχόμεθα ολοκαρδίως την αλλαγή πορείας πλεύσεως, της θεσμικής Αρχής του Αγίου Όρους, την απόκτηση της χάριτος της ομολογίας, της οποίας δεν υπάρχει μεγαλυτέρα, ειδικά εν καιρώ κηρυσσομένης αιρέσεως.
Κατόπιν,
όλων
των ανωτέρω, πιστεύουμε ότι
ανεδείχθη η άκρα σοβαρότης
του θέματος της εν Κρήτη συνόδου
και των σωτηριολογικού χαρακτήρος επιπτώσεων που
έχει
για τους πιστούς. Ουδείς αγιορείτης δεν πρέπει να ξεχνά τα φοβερά λόγια της
Κυρίας Θεοτόκου, που είπε στον άγιο Κοσμά
το Ζωγραφίτη: “ έρχονται οι εχθροί εμού
και του Υιού
μου”. Όμοιοι προς τους τότε ενωτικούς λατινόφρονες είναι οι, όντως πολύ χειρότεροι εκείνων, σημερινοί οικουμενιστές. Εμείς ως
ορθόδοξοι χριστιανοί και αγιορείτες μοναχοί, ακολουθώντας τους αγίους Πατέρες της Εκκλησίας, ειδικά τον άγιο Κοσμά τον Πρώτο και τους συν αυτώ αγιορείτες
οσιομάρτυρες επί Βεκκου, εφαρμόζουμε, όπως και
εκείνοι, τον ιεʹ Ιερόν Κανόνα της
Α´-Β´ επονομαζομένης συνόδου
επί
Μ. Φωτίου εν έτει (861) και χάριτι θεία προχωρούμε εις
την επιβεβλημένην διακοπήν
της μνημονεύσεως του ονόματος του πατριάρχου.
Λυπούμεθα, διότι η όντως οδυνηρή και στενάχωρη αύτη απόφαση οφείλεται, καθ ὁλοκληρίαν, στη συνολική αιρετική πορεία του
Πατριάρχου και των συν αυτώ, επιστέγασμα της
οποίας
είναι οι αιρετικές αποφάσεις της ψευδοσυνόδου της Κρήτης.
Τηρούμε
ως
Αγιορείτες πιστά τα των
θεοφόρων Πατέρων:
“Οίτινες την υγιή ορθόδοξον πίστιν προσποιούμενοι ομολογείν, κοινωνούσι δε τοις ετερόφροσι τους τοιούτους, ει μετά παραγγελίαν, μη
αποστώσιν,
μη μόνον ακοινωνήτους έχειν, αλλά μηδ ἀδελφοὺς καλείν” (αγ. Μάρκου Εφέσου, Ομολογία εν Φλωρεντία,
Τα ευρισκόμενα άπαντα τ. Α´, σελ.
422)
“εάν ο
επίσκοπος η ο πρεσβύτερος͵ οι όντες
οφθαλμοί της
Εκκλησίας͵ κακώς αναστρέφωνται
και
σκανδαλίζωσι τον λαόν͵ χρη αυτούς εκβάλλεσθαι. Συμφέρον γαρ άνευ αυτών συναθροίζεσθαι εις ευκτήριον
οίκον͵ η μετ
αὐτῶν εμβληθήναι͵ ως μετά Άννα και Καϊάφα͵ εις την γέενναν του πυρός.” (Μ. Αθανασίου, P.G. 26, 1257).
Τέλος,
διευκρινίζουμε προς πάντας, ότι ο εκκλησιαστικός αγώνας τον οποίον αναλαμβάνουμε γίνεται πρωτίστως για λόγους
σωτηριολογικής φύσεως, εμμένοντες πιστοί
στην εκκλησιολογία της ορθοδόξου πατερικής παραδόσεως, και ένεκα τούτου, εντός του Σωματος της Ορθοδόξου
Εκκλησίας. Δεν προβαίνουμε εις σύστασιν ετέρας “εκκλησίας”,
άπαγε
της βλασφημίας, ούτε
προσχωρούμε σε κάποια παλαιοημερολογητική επισκοπική παράταξη.
Μενοντας πιστοί εις το Σύμβολον της Ορθοδόξου πίστεως,
παραμένουμε απλά ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ
ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ και ομολογούμε τη
διαχρονική αγιοπατερική σωτήριο
αλήθεια
που παραλάβαμε ότι η
Ορθόδοξος Εκκλησία είναι η Μία Αγία Καθολική και Αποστολική
Εκκλησία. Καταδικάζουμε
και αναθεματίζουμε την
Παναίρεση του Διαχριστιανικού, Διαθρησκειακού, Συγκρητιστικού Οικουμενισμού,
καθώς και τις αποφάσεις της
λεγομένης ΑκΜΣ. Ο,τι άλλο κυκλοφορήσει εις βάρος μας, θα αποτελεί κατάπτυστη συκοφαντία.
Αγωνιζόμαστε με
την ελπίδα και την
αισιοδοξία ότι πράττοντας
καθηκόντως το ανθρωπίνως δυνατόν,
θα αξιωθούμε του ελέους του φιλανθρώπου Χριστού και ότι με τη σκέπη της Κυρίας Θεοτόκου, εφόρου του ιερού ημών τόπου, θα έρθουν καλύτερες ημέρες για την φιλτάτη μας ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ και την
πατρίδα μας την ΕΛΛΑΔΑ.
Μετά
του προσήκοντος σεβασμού.
ΑΓΙΟΡΕΙΤΕΣ
ΠΑΤΕΡΕΣ
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ:
[1] Αντιφώνηση προς
τον πρόεδρο του Ιράν Mohamend
Khatami στις 13/1/2002. “Επίσκεψις”,
αρ. 606, σελ. 2. Εφημ. «Ορθόδοξος Τύπος», 15/3/2002, «Επίσκεψις», αρ. 563, σελ. 21.[2] www.romfea.gr/index.php?option=com_content&task=view&id=3117&Itemid=2, Εκκλ. Πρακτορείο Ειδήσεων www.amen.gr 20/1/2013.
[3] Ἐφημ. “ΑΠΟΓΕΥΜΑΤΙΝΗ”, 21/9/2003.
[4] Νέα Υόρκη, 28η Οκτ. 2009. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης παραλαμβάνει το βραβείο «Μακκαβαίων» με το οποίο τον “τίμησε” η Εβραϊκή Συναγωγή της πόλης.
[5] Λόγος Κατά Ιουδαίων, 2,4,6
[6] Ομιλία στο Μπαχρέϊν, στις 25/9/2000, “Επίσκεψις”, αρ. 588, σελ. 16 καθώς και μήνυμα που έστειλε στους Μουσουλμάνους όλου του κόσμου με την ευκαιρία του Ραμαζανίου. Ρεπορτάζ του Νίκου Παπαδημητρίου στο σταθμό “Flash” στις 16/12/2001.
[7] Αρχιμ. Βαρθολομαίου Αρχοντώνη, Περί την κωδικοποίησιν των Ιερών Κανόνων και των Κανονικών Διατάξεων εν τη Ορθοδόξω Εκκλησία, Θεσ/κη 1970, σελ. 15.
[8] “Επίσκεψις”, ἀρ. 423, 15/7/1989, σσ. 6-7.
[9] Πορίσματα Διορθόδοξου Συνεδρίου για τον Οικουμενισμό, Θεσσαλονίκη 2004, περ. “Θεοδρομία”, τ. 4ο.
[10] http://entoytwnika.blogspot.com/2011/03/blog-post_28.html#ixzz1cja7kdc6
[11] Στεφανίδου Β., Εκκλησιαστική Ιστορία, σελ. 711.
[12] “Επίσκεψις” αρ. 640, 31/10/2004: “Κοινόν Ανακοινωθὲν της 13ης συναντήσεως μεταξύ Θεολόγων του Οικουμενικού Πατριαρχείου Κων/πόλεως και της Ευαγγελικής Εκκλησίας εν Γερμανία”.
[13] “Ομιλία του Οικουμενικού Πατριάρχου επί ευκαιρία της 60ης επετείου από της ιδρύσεως του Π.Σ.Ε.”, “Θεοδρομία” 1 (Ιαν.–Μάρτιος 2008), σελ. 145.
[14] www.amen.gr/index.php?mod=news&op=article&aid=816