« Η ΕΟΡΤΗ ΤΗΣ ΥΠΑΠΑΝΤΗΣ »
Στον κύκλο των εορτών τού λειτουργικού χρόνου κάποια γεγονότα τού σωτηριολογικού κύκλου έχουν μια ιδιαίτερη σπουδαιότητα αφού μέσα απ' αυτά σαν από χαραμάδες ατενίζουμε το φιλάνθρωπο σχέδιο της θείας τού Θεού βουλής για τη λύτρωσή μας. Ξεκινούν από την εκπλήρωση της αρχαίας βουλής με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου, γευόμαστε την χαρά της Γεννήσεως και τώρα την συνάντηση με την εκπλήρωση των νομικών διδαχών την ημέρα της Υπαπαντής και συνεχίζονται, είτε στον κύκλο των κινητών, είτε σ' αυτόν των ακινήτων εορτών. Η Υπαπαντή αποτελεί κι αυτή ένα σταθμό στην πορεία της ζωής τού νέου Βρέφους και συμβαίνει σαράντα ημέρες μετά την Γέννηση.
Υπαπαντή θα πει προϋπάντηση, (από το ρήμα υπαπαντών, υπ>ό + απαντώ) και έχει σχέση με δύο περιστατικά, πού βρίσκουν την εκπλήρωσή τους την μέρα αυτή.
Κάθε Εβραίος πατέρας είχε την υποχρέωση από τον Μωσαϊκό Νόμο να προβεί στον εξαγιασμό και αφιέρωση τού πρωτοτόκου αρσενικού του παιδιού. Από το βιβλίο της Εξόδου (13, 1, 12-13) πληροφορούμαστε, ότι ο Θεός, μετά την θανάτωση των πρωτοτόκων παιδιών των Αιγυπτίων, διέταξε τούς Εβραίους να αφιερώνουν σ' Αυτόν, "πάν άρσεν διανοίγον μήτραν". Αλλά και όταν στήθηκε η Σκηνή τού Μαρτυρίου και ανέλαβαν την ιερατική υπηρεσία της οι Λευίτες (Αριθμ. 3, 11), πάλι ο Θεός δίνει εντολή, ώστε να διατηρηθεί ζωντανή στην κάθε εβραϊκή καρδιά η έννοια τού δικαιώματός Του πάνω στα πρωτότοκα αγόρια να εξαγοράζονται (Αριθμ. 18, 15-16) αντί πέντε σίκλων (σίκλος, μονάδα βάρους) από χρυσό ή άργυρο, και αντιστοιχούσε σε βάρος 14,5 γραμμάρια.
Ο Νόμος ακόμη όριζε, ότι η γυναίκα πού γεννούσε αρσενικό παιδί ήταν για επτά μέρες, μέχρι την περιτομή αυστηρά ακάθαρτη, και παρέμενε ακόμη ακάθαρτη, (όχι αυστηρά) για άλλες τριάντα τρεις ημέρες. Στο διάστημα αυτό δεν έπρεπε να πλησιάσει κάτι που ήταν ιερό, αλλά ούτε και της ήταν επιτρεπτό να μπει στο χώρο τού Ναού. Μετά την τεσσαρακοστή μέρα έπρεπε να προσέλθει στο Ναό και να προσφέρει "αμνόν ενιαύσιον άμωμον εις ολοκαύτωμα και νεοσσόν περιστεράς ή τρυγόνα περί αμαρτίας επί την θύραν της Σκηνής του Μαρτυρίου προς τον ιερέα" (Λευιτ. 12, 7-8). Ο ιερέας μέσα από την πράξη της ιερουργίας προέβαινε σε εξιλεωτική θυσία για τον καθαρισμό της και την αφιέρωση του παιδιού της στο Θεό. Αυτή την νομική υποχρέωση έπρεπε να εκπληρώσει και η Παναγία, πού με τη συνοδεία τού Ιωσήφ, έρχεται στα Ιεροσόλυμα κρατώντας στην αγκαλιά το Βρέφος της και μαζί τους νεοσσούς για την θυσία τού καθαρισμού. Το γεγονός αυτό το αναφέρει ο ευαγγελιστής Λουκάς (2, 22-25).
Ο ίδιος ευαγγελιστής παράλληλα διασώζει και ένα άλλο περιστατικό σχετικό με τον δίκαιο Συμεών, πού κατά την στιγμή της εισόδου στον περίβολο τού Ναού "προϋπάντησε" την Παναγία και το Βρέφος. Στο Συμεών είχε αποκαλυφθεί από το Άγιο Πνεύμα, ότι δεν θα πέθαινε μέχρι να δουν τα μάτια τον σαρκωθέντα Θεό. "Ήν αυτώ κεχρηματισμένον υπό του Πνεύματος του Αγίου μη ιδείν θάνατον πριν ή ίδη τον Χριστόν Κυρίου" (Λουκ. 2. 26).
Η παράδοση αναφέρει σχετικά με το γεγονός αυτό, ότι ο δίκαιος Συμεών αρκετά χρόνια πριν από την γέννηση του Χριστού, επιστρέφοντας στα Ιεροσόλυμα μαζί με άλλους νομοδιδασκάλους από κάποια αποστολή έκαναν συζήτηση πάνω σε κάποια προφητικά κείμενα. Μεταξύ αυτών συζητήθηκε και αυτό, πού αναφέρεται στον Ησαΐα: "Ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται Υιόν, και καλέσεις το όνομα αυτού Εμμανουήλ" (7, 14). Ο Συμεών, αν και άνθρωπος με πολλή ευλάβεια δυσπίστησε, και πρόβαλλε αντιρρήσεις για το αδύνατο της γεννήσεως ανθρώπου με παρθενογένεση. Λέγεται ότι ενώ γίνονταν αυτή η κουβέντα, δέχθηκε από κάποιο αόρατο χέρι ένα ηχηρό ράπισμα, ενώ παράλληλα ακούστηκε μια φωνή, πού τού έλεγε: "Και θα δουν τα μάτια σου και θα αγγίξουν τα χέρια τον Χριστόν Κυρίου". Παρ' όλα αυτά η δυσπιστία δεν τον αποχωρίστηκε και εξακολουθούσε να έχει τούς ενδοιασμούς του. Και ενώ περνούσαν το ποτάμι πού βρίσκονταν, λέγεται, ότι έβγαλε από το χέρι του το δακτυλίδι και πέταξε στο νερό του ποταμού και είπε: "αν αυτό το δακτυλίδι ξαναβρεθεί στα χέρια μου, τότε πράγματι θα μπορέσουν όλα αυτά να γίνουν πραγματικότητα".
Η πορεία της επιστροφής στα Ιεροσόλυμα συνεχίζονταν οπότε και έφθασαν σε κάποιο πανδοχείο ζητώντας φαγητό και διαμονή. Ο πανδοχέας τούς πρόσφερε φαγητό από ψάρια. Και ενώ έτρωγαν τα ψάρια, σ' εκείνο τού Συμεών βρέθηκε με τρόπο θαυμαστό το δακτυλίδι, πού πριν είχε πετάξει στα νερά τού ποταμού. Ο Συμεών γεμάτος θαυμασμό, δοξολόγησε το Θεό για το θαυμαστό σημάδι πού τού φανέρωσε, και πεπεισμένος πια στην εκπλήρωση της προφητείας τού Ησαΐα επιστρέφει στα Ιεροσόλυμα με την απόφαση της παραμονής, για το υπόλοιπο της ζωής του, στον ιερό χώρο τού Ναού αναμένοντας να δουν τα μάτια του την εκπλήρωση της προφητείας. Στην ηλικία των εκατό δέκα χρόνων αξιώθηκε να κρατήσει στην γηραλέα του αγκαλιά το Βρέφος Ιησού και να ζητήσει μετά την "απόλυσή" του από την ζωή. Είναι αξιοσημείωτα τα όσα είπε δεχόμενος στην αγκαλιά του το Βρέφος: "νυν απολύεις τον δούλον σου, Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη, ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου, ο ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών, φώς εις αποκάλυψιν εθνών και δόξαν λαού σου Ισραήλ". Ο ευαγγελιστής ακόμη διασώζει και μια προφητική αποστροφή προς την Παναγία Μητέρα Του, "ιδού ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον, και σου δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται ρομφαία, όπως αν αποκαλυφθώσιν εκ πολλών καρδιών διαλογισμοί" (Λουκα. 2, 32-35).
Ο δίκαιος Συμεών αξιώθηκε και να δει και να βαστάξει τον σαρκωθέντα Θεό. Αξιώθηκε μ' ένα τρόπο θαυμαστό να προσεγγίσει το μεγάλο μυστήριο τού Αιωνίου, πού μπήκε στην διαδικασία τού χρόνου. Να πιάσει τον Αχώρητο, πού χώρεσε στην παρθενική μήτρα, στην γέρικη αγκαλιά του. Ο Συμεών δυσπίστησε στην προφητεία, αν δηλαδή, μπορεί ένα τέτοιο παράτολμο σχέδιο, αυτό της σαρκώσεως τού Ασάρκου, να πραγματοποιηθεί. Και όμως, "όπου βούλεται Θεός, νικάται φύσεως τάξις" ο Λόγος τού Θεού κινείται από άκρα αγαθότητα και αυτο-περιορίζεται στα όρια της κτιστότητός μας, χαρίζοντας την δυνατότητα υπέρβασης των συνεπειών της εκπτώσεως στην παρά φύση ζωή, στην επάνοδο στην κατά φύση, αλλά και την υπέρ φύση ζωή μας. Στην προσπάθεια αυτή, σταυρική πορεία, πού πρέπει να αναλάβει ο κάθε αδελφός τού Χριστού γίνεται ο Ίδιος "υπογραμμός και τύπος".
Η δυσπιστία του Συμεών, όμοια περίπου με την δυσπιστία τού Θωμά, όχι μόνο δεν στάθηκε αποτρεπτική, αλλά τουναντίον καταδέχθηκε ο δυσπιστούμενος να κουρνιάσει στην γερασμένη και εξαντλημένη του αγκαλιά, και "αγκαλίζεται γηρεαίας αγκάλαις" "τον δι' ευσπλαγχνίαν εαυτόν τω πεσόντι κενώσαντα ατρέπτως" στην εκπλήρωση τού "νόμου τού εν γράμματι". Έτσι όχι μόνο στάθηκε μάρτυρας της παρουσίας του, αλλά γίνεται και προφήτης της μελλουμένης από πολλούς δυσπιστίας του θεανδρικού Του προσώπου, "σημείον αντιλεγόμενον".
Μόνο ένας πού δοκίμασε την πίκρα της αμφιβολίας μπορεί να δώσει το φρικτό της στίγμα επισημειώνοντας παράλληλα την φρίκη της πτώσεως, όσων προσκόπτουν στην βεβαιότητα της θεότητός Του.
Ο Χριστός ακολούθησε κατά βήμα το μονοπάτι, πού από το θλιβερό δειλινό της Εδέμ, περπάτησαν όλοι οι απόγονοι τού προπάτορα για να φθάσει μέχρι το Σταυρό και τον θάνατο. Ο θάνατος τού Χριστού παρά την φαινομενική αντινομία γίνεται τελικά ο θρίαμβος αναστάσεως και ο Νικητής του γίνεται ο "χαριζόμενος ημίν τήν ανάστασιν".
ΠΗΓΗ: (Πρωτοπρεσβύτερος Κωνσταντίνος Φιοράκης) http://www.agiamarina.gr
ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ "ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΑΝΑΒΑΣΕΙΣ" ΕΤΟΙΜΑΖΕΙ ΟΜΑΔΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ:
ΕΠΙΛΟΓΗ ΘΕΜΑΤΩΝ
Αρχιμ. Χρυσόστομος Μυλωνάς
Πρεσβύτερος Βασίλειος Γιαννακόπουλος
ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ-ΤΕΧΝΙΚΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ
Πρεσβύτερος Βασίλειος Νικολόπουλος
Πρεσβυτέρα Νικολίτσα Γκοτσοπούλου
ΓΕΝΙΚΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑ
Πρωτ. Βασίλειος Πετρόπουλος