Κυριακή 23 Σεπτεμβρίου 2018

Η ΑΔΙΚΙΑ ΤΙΜΩΡΕΙΤΑΙ

ΑΠΟ ΚΥΡΙΑΚΗ ΣΕ ΚΥΡΙΑΚΗ



Η ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

Ο πονηρός και μισόκαλος Σατανάς, που φρύαζε για την μεγαλόδωρη προαίρεση και για την απλόχερη φιλανθρωπία το υπερθαύμαστου Ιωάννη του Ελεήμονα, έβαλε στο νου του Άρχοντα Νικήτα, που ήταν πολύ φίλος του και γνώριμός του, κάτι που ήταν όλως διόλου ανάξιο για την αρετή του, και να το ξεστομίσει και πολύ περισσότερο να το κάνει.

Επήγε λοιπόν εκείνος στο μακάριο Ιωάννη και του είπε: – Η Βασιλική Κυβέρνηση, Δεσπότη μου, που όπως το ξέρεις, αυτή νοιάζεται για τις ανάγκες του κόσμου, και σε κάθε περίσταση αγωνίζεται και καταξοδεύεται για να τις ικανοποιήσει, έχει ανάγκη από πολλά χρήματα. Και όπως το βλέπεις και μόνος σου, τώρα τελευταία στενέψανε τα πράγματα, και πρέπει να βοηθήσουμε το λαό. Πρεπούμενο λοιπόν και σωστό είναι, αυτά που εσύ τα ξοδιάζεις, άσκοπα και χωρίς κανένα πρόγραμμα εδώ κι’ εκεί, να τα δώσεις στο Δημόσιο Ταμείο.

Κι’ εκείνος, χωρίς να ταραχτεί διόλου γι’ αυτά που άκουσε, του απάντησε·
 – Δεν το βρίσκω διόλου σωστό και δίκαιο, να δίνουμε στον επίγειο Βασιλιά, αυτά που αφιερώνονται στον Επουράνιο. Αυτό είναι, πέρα ως πέρα ιεροσυλία και αμαρτία προς το Θεό μεγάλη. Αν όμως το απεφάσισες, πως έτσι πρέπει να γίνει, κι’ αν καμιά λογική δεν μπορεί να σε αποστρέψει απ’ αυτό που στοχάστηκες να κάνεις, εμπρός σου και φανερή είναι η περιουσία της Εκκλησίας, και πήγαινε και πάρε την μόνος σου, κατά το θέλημά σου. Γιατί βέβαια, αυτοπροαίρετα, εγώ ούτε ένα οβολό δεν θα σου δώσω.

Εκείνος λοιπόν, που ήτανε βέβαια λαμπρός άνθρωπος, μα εκείνη τη στιγμή, δεν ξέρω γιατί, δεν θέλησε να υποχωρήσει διόλου από τη γνώμη του, φώναξε τους ακολούθους του, και τους πρόσταξε να ξεσηκώσουν όλη την Εκκλησιαστική περιουσία και να μην αφήσουν, παρά εκατό μονάχες λίτρες χρυσάφι στο Πατριάρχη.

Ενώ λοιπόν κατέβαιναν τις σκάλες, βαστάζοντας τα χρήματα, συναπαντήθηκαν με κάποιους, που αυτοί ανέβαιναν προς τον Πατριάρχη και του πήγαιναν δοχεία σφραγισμένα και γεμάτα από μέλι, που άλλα τους μεν είχαν την επιγραφή «πρώτο» κι’ άλλα, «άκαπνο».

Σαν τα είδε λοιπόν ο Πατρίκιος και διάβασε την επιγραφή τους, γύρισε και είπε στο Πατριάρχη.

– Στείλε μου κι’ έμενα, σε παρακαλώ, ένα από τα δοχεία αυτά.

Όταν λοιπόν τα πήρε στα χέρια του ο αποθηκάριος, και ζήτησε να δει το περιεχόμενό τους και να το δοκιμάσει, βρέθηκε εμπρός σ’ ένα μεγάλο θαύμα. Κι’ έτρεξε παρευθύς στο Πατριάρχη και του είπε, πως όλα τα δοχεία είναι γεμάτα από χρυσάφι. Κι’ εκείνος πρόσταξε, να πάρουν παρευθύς ένα από τα δοχεία εκείνα που είχαν την επιγραφή «πρώτο», και να το πάνε στον Πατρίκιο. Και του έστειλε μαζί κι’ ένα γράμμα, που το περιεχόμενό του ήτανε αυτό·

-Ο Κύριος μας, που μας είπε «δεν θα σ’ αφήσω ούτε και θα σε παρατήσω», επειδή ποτέ δεν λέει ψέματα και είναι ο ίδιος η αλήθεια, μας έστειλε, αντί για τα χρήματα που μας πήρε η ενδοξότητά σου, άλλα στη θέση τους. Θα σου το φανερώσει δε αυτό, το δοχείο αυτό που σου στέλλω, και που είναι, καθώς είδες, ένα από τα πολλά. Μάθε λοιπόν και κατάλαβέ το καλά, πως άνθρωπος φθαρτός και θνητός ποτέ του δε θα το κατορθώσει, ν’ αποστερήσει από το Θεό τη πνοή και τη τροφή, που αυτός τη χορηγεί σε κάθε πλάσμα.

Παρήγγειλε δε ταυτόχρονα σ’ αυτούς που κουβαλούσαν το δοχείο, να το ανοίξουν οι ίδιοι μπροστά στον Πατρίκιο και να τον πούνε, πως όλα εκείνα τα δοχεία που είδε, όλα είναι γεμάτα όπως αυτό και ξέχειλα από χρυσάφι,

Τον βρήκαν λοιπόν την ώρα που ήταν καθισμένος στο τραπέζι του και έτρωγε· και του έδωσαν το δοχείο, μαζί και το γράμμα, όπως τους παρήγγειλε ο Πατριάρχης. Κι’ εκείνος, μόλις το είδε, είπε: 
-Είναι χολιασμένος, καθώς φαίνεται, μαζί μου ο Πατριάρχης γι’ αυτό και μου έστειλε ένα μονάχα δοχείο. Κι’ αυτοί, όπως είχαν διαταγή, τ' ανοίξανε μπροστά του κι’ άδειασαν τα χρήματα και του είπαν, πως και τ’ άλλα όλα είναι γεμάτα από χρυσάφι, παρόμοιο μ’ αυτό.

Και μόλις εκείνος διάβασε και την επιστολή και είδε αυτό που του ΄γραφε ο Πατριάρχης πως «κανείς δεν μπορεί και δεν είναι σε θέση να στενοχωρεί το Θεό», ντράπηκε γι’ αυτό που έκαμε, και τον κυρίεψε τρόμος. Γιατί η ψυχή του ήταν ευγενική και ενάρετη· κι’ αμέσως μετανόησε για τη κακή του ενέργεια, και φώναξε·
 -Μεγάλη είναι η δύναμη σου, Θεέ μου· κι’ ο ταπεινός Νικήτας ποτέ του δε θα ανεχτεί ν’ αποπειραθεί να την στενοχωρήσει. 
Σηκώθηκε λοιπόν αμέσως όρθιος, και γύρισε πίσω τα χρήματα της Εκκλησίας που είχε πάρει, κι’ αυτά που ήταν μέσα στα δοχεία. Έκτος όμως από αυτά, έστειλε και από τα δικά του τριακόσιες λίτρες χρυσάφι στο Πατριάρχη, και του ζήτησε συγγνώμη για τη κακή του πράξη.

Κι’ εκείνος τα δέχθηκε πρόθυμα. Κι’ όταν πήγε κοντά του, δεν του είπε τίποτε γι’ αυτά, ούτε και τον επιτίμησε. Τον στήριξε, με άγια λόγια και με νουθεσίες πνευματικές. Και γίναμε μάλιστα από τότε και στενότεροι φίλοι, ώστε ο Πατριάρχης έγινε και ανάδοχος των παιδιών του.
(ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ)

ΠΗΓΗ:http://www.diakonima.gr/

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

ΤΑ ΘΕΜΑΤΑ "ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΕΣ ΑΝΑΒΑΣΕΙΣ" ΕΤΟΙΜΑΖΕΙ ΟΜΑΔΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ:
ΕΠΙΛΟΓΗ ΘΕΜΑΤΩΝ
Πρωτ.  Βασίλειος Γιαννακόπουλος

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟ ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ-ΤΕΧΝΙΚΗ ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ
Πρεσβυτέρα Νικολίτσα Γκοτσοπούλου

ΓΕΝΙΚΗ ΕΠΟΠΤΕΙΑ
+ ο ΚΑΛΑΒΡΥΤΩΝ ΚΑΙ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ ΑΜΒΡΟΣΙΟΣ 
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~